Η αποχώρηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου από την πρωθυπουργία του Ισραήλ δεν θα επηρεάσει τις ελληνοϊσραηλινές σχέσεις, οι οποίες έχουν πλέον αποκτήσει βάθος σε διμερές επίπεδο και έχουν ενταχθεί σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό σκηνικό, το οποίο δεν επηρεάζεται από τις πολιτικές εξελίξεις στη μία ή την άλλη χώρα.
Η στενή και πολυεπίπεδη συνεργασία αποτελεί στρατηγική επιλογή όλου του πολιτικού φάσματος και στις δύο χώρες.
Μπορεί η κρίση στις σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία, που ξέσπασε το 2010 και επιδεινώθηκε από τη ρητορική και την όλη στάση του Τούρκου προέδρου, εμμέσως να συνετέλεσε στη καλλιέργεια διαφορετικού κλίματος μεταξύ Ισραήλ και Ελλάδας, ωστόσο στην πορεία δημιουργήθηκε μια δυναμική που υπερβαίνει πρόσωπα και κυβερνήσεις, ακόμη και ιδεολογίες, όπως απεδείχθη κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, στη διάρκεια της οποίας, παρά τις αρχικές ανησυχίες Ισραηλινών διπλωματών και κυβερνητικών αξιωματούχων, τόσο η διμερής συνεργασία όσο και το τριμερές σχήμα με την Κύπρο προχώρησαν με ταχείς ρυθμούς και θετικά αποτελέσματα για όλους.
Οπως από την ελληνική πλευρά η όλη πορεία σύσφιγξης μπορεί να ξεκίνησε με τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά συνεχίσθηκε χωρίς ενδοιασμούς ή προσκόμματα από τον Αντώνη Σαμαρά, τον Αλέξη Τσίπρα και τώρα τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έτσι και στην ισραηλινή, η αλλαγή κυβέρνησης δεν θα αλλάξει κάτι.
Το γεγονός ότι αποτελεί διακομματική, διαχρονική επιλογή και στις δύο χώρες επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι όλα σχεδόν τα κορυφαία στελέχη της νέας ισραηλινής κυβέρνησης έχουν εμπλακεί ενεργά στην οικοδόμηση του πλαισίου συνεργασίας με την Ελλάδα, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τον ίδιο τον πρωθυπουργό, αλλά και τους υπουργούς Εξωτερικών, Αμυνας και Οοικονομικών.
Ο νέος πρωθυπουργός, Ναφτάλι Μπένετ, διετέλεσε επικεφαλής του γραφείου του Νετανιάχου και ήταν παρών κατά την εδραίωση της σχέσης με την Ελλάδα. Ηταν, δε, επικριτικός έναντι της Τουρκίας όπως και ο νέος υπουργός Εξωτερικών Γιαΐρ Λαπίντ, ο οποίος θα αναλάβει πρωθυπουργός στο δεύτερο ήμισυ της θητείας της νέας κυβέρνησης, εάν διατηρηθεί η εύθραυστη πολυκομματική πλειοψηφία που τη στηρίζει.
Το ίδιο ισχύει και για τον υπουργό Αμυνας και πρώην επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, Μπένι Γκαντζ, ενώ ο νέος υπουργός Οικονομικών, Αβιγκντορ Λίμπερμαν, είχε ως υπουργός Εξωτερικών και Αμυνας αφήσει το προσωπικό του αποτύπωμα στη σχέση προωθώντας, μεταξύ άλλων, κοινές στρατιωτικές ασκήσεις.
Την πολυεπίπεδη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών επιβεβαιώνει και η παρουσία δώδεκα ισραηλινών εταιρειών, καθώς και της διεύθυνσης διεθνούς αμυντικής συνεργασίας του υπουργείου Αμυνας του Ισραήλ, στη διεθνή έκθεση άμυνας και ασφάλειας DEFEA, που θα διεξαχθεί στην Αθήνα τον Ιούλιο.
Καθώς, λοιπόν, μια νέα κυβέρνηση αναλαμβάνει την εξουσία στην Ιερουσαλήμ, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η σχέση με την Αθήνα, η οποία αποτελεί πυλώνα σταθερότητας σε μια εύφλεκτη περιοχή που ενδιαφέρει τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., θα παραμείνει στενή και θα χαρακτηρίζεται από συνέχεια και συνέπεια υπηρετώντας τα συμφέροντα και των δύο χωρών.
ΠΗΓΗ: https://www.kathimerini.gr