13.3 C
Athens
Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕΛΛΑΔΑΕπίσημο αίτημα υποβάλλει η Αθήνα στην Ουάσινγκτον για την αγορά 20+20 μαχητικών...

Επίσημο αίτημα υποβάλλει η Αθήνα στην Ουάσινγκτον για την αγορά 20+20 μαχητικών F-35

Στις 18 Ιουλίου μεταβαίνει στις ΗΠΑ για συζητήσεις ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος – Το ελληνικό σχέδιο για την αγορά των F-35, το χρονοδιάγραμμα παράδοσης και το κόστος

Υπεγράφη το επίσημο αίτημα της Αθήνας προς τις αρμόδιες αμερικανικές αρχές για την απόκτηση των μαχητικών αεροσκαφών F-35 και αναμένεται να σταλεί μέσα στο αμέσως επόμενο διιάστημα.

Η Ελλάδα ζητά να δεσμευτούν 20 αεροσκάφη F-35, όπως είχε προαναγγείλει και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και άλλα 20 υπό αίρεση.

Οι διαδικασίες θα επιταχυνθούν, καθώς μέσα στις επόμενες ημέρες η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας θα μεταβεί στις ΗΠΑ, για να συζητήσουν το αίτημα αυτό.

Πιο συγκεκριμένα, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, υπέγραψε το αίτημα πριν αναχωρήσει για τη Μαδρίτη και τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Το αίτημα εν συνεχεία εστάλη στη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών, απ’ όπου και θα σταλεί στις ΗΠΑ.

Στόχος είναι το ελληνικό αίτημα να φτάσει στις αμερικανικές αρχές πριν από τις 18 Ιουλίου, όταν και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας θα πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στις ΗΠΑ.

Την άμεση έναρξη των διαδικασιών για την απόκτηση αεροσκαφών F-35 είχε γνωστοποιήσει, άλλωστε, ο κ. Παναγιωτόπουλος, στον απόηχο της επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας είχε συνάντηση προ μηνός με στελέχη του προγράμματος (JSF PO – Joint Strike Fighter Program Office) για το μαχητικό αεροσκάφος F-35. Στη συνάντηση συμμετείχε και ο νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζορτζ Τσούνης.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας υπογράμμισε ότι σε συνέχεια της επίσκεψης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, θα ξεκινήσει, άμεσα, η διαδικασία απόκτησης αεροσκαφών F-35, τα οποία θα καλύψουν προβλεπόμενες επιχειρησιακές απαιτήσεις της Πολεμικής Αεροπορίας.

Ο κ. Παναγιωτόπουλος είχε αναφέρει ότι τα Γενικά Επιτελεία θα προβούν στις απαιτούμενες ενέργειες, στο πλαίσιο της ισχύουσας διαδικασίας προμήθειας αμυντικών εξοπλισμών.

Η χώρα μας στέλνει το αίτημα μέσω Letter of Request και θα αναμένει την απάντηση της αμερικανικής πλευράς για τη διαθεσιμότητα, το κόστος, αλλά και το χρονοδιάγραμμα παράδοσης. Με τη θετική απάντηση των ΗΠΑ στο ελληνικό αίτημα, θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες σύναψης της συμφωνίας και στη συνέχεια η παραγωγή, η εκπαίδευση των πιλότων και του τεχνικού προσωπικού.

Αν όλα εξελιχθούν ομαλά, η έναρξη παράδοσης των νέων μαχητικών 5ης γενιάς θα γίνει από το 2028. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να γίνουν έργα στις υποδομές της Πτέρυγας Μάχης που θα φιλοξενήσει τα νέα μαχητικά.

Το θέμα των F-35 είχε τεθεί στη συνάντηση Μητοστάκη-Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, όπου επί της ουσίας γνωστοποιήθηκε η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να ενισχύσει την Πολεμική Αεροπορία με τα συγκεκριμένα αεροσκάφη. Μεταξύ των δυο ηγετών συζητήθηκε παράλληλα και το ενδιαφέρον που εξέφρασε η Lockheed Martin να επενδύσει στην ελληνική αμυντική βιομηχανία.

Το κόστος και οι διαπραγματεύσεις

Οι Αμερικανοί της κατασκευάστριας εταιρείας Lockheed Martin έχουν εξηγήσει ότι το κόστος «fly away», δηλαδή χωρίς όπλα, για καθένα F-35Α, ανέρχεται περίπου στα 80 εκατ. δολάρια. Μόνο για την αγορά των 20 πρώτων μαχητικών αεροσκαφών, χωρίς όπλα, δίχως να συμπεριλαμβάνεται η δαπάνη για την εκπαίδευση των χειριστών της Πολεμικής Αεροπορίας θα απαιτηθεί 1,6 δισ. δολάρια.

Αν προστεθεί το κόστος για τις υποδομές των F-35, τις εργασίες που θα γίνουν από ελληνικές εταιρείες, την εκπαίδευση των χειριστών της Πολεμικής Αεροπορίας, τη βιβλιογραφία και τα απαιτούμενα ανταλλακτικά για την περίοδο από την παράδοση του 1ου μέχρι την παραλαβή του 20ού μαχητικού αεροσκάφους, ο προϋπολογισμός του προγράμματος εκτινάσσεται στα 3,5-3,7 δισ. δολάρια.

Αυτό θα είναι το τίμημα για την αγορά των 20 πρώτων F-35 που έχει αποφασίσει να αποκτήσει η κυβέρνηση για τη μετάβαση της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας στη νέα γενιά της αεροπορικής πραγματικότητας.

Στο πακέτο αυτό περιλαμβάνονται όλα τα ανταλλακτικά που υπολογίζεται ότι θα απαιτηθούν για την ομαλή λειτουργία της μοίρας που θα υποδεχθεί τα F-35 για μια περίοδο έξι ετών, δηλαδή από το 2028, οπότε σχεδιάζεται να παραδοθούν τα πρώτα μαχητικά, έως το 2033, οπότε προγραμματίζεται να παραληφθούν τα τελευταία από την παρτίδα των 20 αεροσκαφών.

Στο κόστος της παραγγελίας έχει προϋπολογιστεί η αγορά τεσσάρων εξομοιωτών πτήσης που επί της ουσίας είναι το ίδιο το F-35 χωρίς τον κινητήρα. Για να εκπαιδεύονται στο έδαφος οι χειριστές που θα αναλάβουν να πετούν τα πανάκριβα μαχητικά αεροσκάφη, ο προσφερόμενος εξομοιωτής αποτελείται απ’ όλα τα συστήματα του F-35, χωρίς το «κέλυφος» και τον κινητήρα, οι λειτουργίες του οποίου αποτυπώνονται στον θόλο του αποκαλούμενου simulator. Πόσο κοστίζουν οι τέσσερις εξομοιωτές για τα F-35; Σχεδόν 220 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου όσο τρία καινούρια αεροσκάφη!

Οι προτάσεις των ΗΠΑ

Στις συζητήσεις μεταξύ των αξιωματούχων του JPO και των αξιωματικών του ελληνικού υπουργείου Εθνικής Αμυνας, οι Αμερικανοί πρότειναν τα 20 F-35 να παραδοθούν σε μια περίοδο έξι ετών.

Συγκεκριμένα, οι πωλητές εισηγήθηκαν να παραδοθούν τέσσερα F-35 το 2028, δύο το 2029, τρία το 2030, τρία το 2031, τέσσερα το 2032 και τα τελευταία τέσσερα F-35 το 2033. Η επιχειρηματολογία των Αμερικανών είναι ότι με αυτό το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων η Πολεμική Αεροπορία θα απορροφήσει ομαλά τα 5ης γενιάς μαχητικά αεροσκάφη, στήνοντας τη μονάδα χωρίς προβλήματα, εκπαιδεύοντας τους τεχνικούς και τους πιλότους και εντάσσοντας στη λογική του αεροσκάφους όλη την Top Gun μοίρα που θα επιφορτιστεί με τη λειτουργία των F-35.

Πιθανή οριστικοποίηση της σύμβασης αγοράς των 20+20 F-35 μέχρι το 2023 σημαίνει ότι το κόστος των 3,5-3,7 δισ. δολαρίων θα επιμεριστεί σε μια περίοδο 11 ετών, μέχρι το 2033 που θα παραδοθεί το τελευταίο F-35 από την πρώτη μοίρα που θα ενταχθεί στην Πολεμική Αεροπορία.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κάθε χρόνο από το 2023 μέχρι το 2033 οι Ελληνες φορολογούμενοι θα καταβάλλουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Lockheed Martin μέσω του προγράμματος FMS (Foreign Military Sales) 300-350 εκατ. δολάρια, γεγονός που αναμένεται να βοηθήσει το υπουργείο Οικονομικών να μην προκληθεί μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση.