13.3 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΜΥΝΑΣΕΠΟΠ - ΑΣΣΥ: Έρχεται νέο νομοσχέδιο...

ΕΠΟΠ – ΑΣΣΥ: Έρχεται νέο νομοσχέδιο…

Ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης χθες Δευτέρα 20 Μαΐου 2024, στην 4η συνεδρίαση – β’ ανάγνωση, της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, με θέμα ημερήσιας διάταξης: Επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας «Ίδρυση Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας, εκσυγχρονισμός θεσμικού πλαισίου των Ανωτάτων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, σύσταση Κοινού Σώματος Πληροφορικής στις Ένοπλες Δυνάμεις και λοιπές διατάξεις» ανέφερε μεταξύ άλλων:

«Θέλω να ευχαριστήσω τους συναδέλφους όλων των κομμάτων για τις προτάσεις, τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους επί των βασικών ζητημάτων που επιχειρεί να ρυθμίσει το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου. Για εκείνα δε τα ζητήματα που εθίγησαν, τόσο από εσάς όσο και από τους φορείς, αλλά δεν περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι οι προτάσεις έχουν καταγραφεί και πολλές από αυτές θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας νέας νομοθετικής πρωτοβουλίας.

Ο κ. Υπουργός αναφέρθηκε την Παρασκευή στο συνταξιοδοτικό των ΕΠΟΠ το οποίο θα αποτελέσει αντικείμενο προσεχούς νομοθετικής πρωτοβουλίας, όπως αντικείμενο νομοθετικής πρωτοβουλίας θα αποτελέσει και το ζήτημα της ακαδημαϊκής αναβάθμισης των ΑΣΣΥ. Είναι αλήθεια ότι η εκπαίδευση των Υπαξιωματικών δεν έχει απασχολήσει την πολιτεία εδώ και δεκαετίες. Έχει έρθει η ώρα να ασχοληθούμε ουσιαστικά με αυτό το ζήτημα και σύντομα θα επανέλθουμε με μια ολοκληρωμένη πρόταση για τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου εκπαίδευσης και κατάρτισης του Έλληνα Υπαξιωματικού του μέλλοντος. Όπως νομοθετικής επεξεργασίας θα τύχει επίσης και το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων των μηχανικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας το οποίο εθίγει από τον κ. Υφαντή, τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συλλόγου Μηχανικών Αεροπορίας – έχουμε άλλωστε συναντηθεί στο γραφείο μου και γνωρίζω το ζήτημα καλά.

Δύο λόγια για το ΕΛΚΑΚ και όσα ειπώθηκαν γι’ αυτό – κυρίως στο ζήτημα της εποπτείας και του ελέγχου της δράσης του. Με την εξαίρεση του ΚΚΕ, το οποίο ξεκινά από μια διαφορετική ιδεολογική αφετηρία, νομίζω ότι όλα τα κόμματα συμφωνούν στην αναγκαιότητα ύπαρξης ενός οργανισμού που θα αναλαμβάνει και θα υλοποιεί πρωτοβουλίες για την καλλιέργεια ενός εγχώριου οικοσυστήματος νέων τεχνολογιών και προϊόντων που θα μπορούν να τύχουν εφαρμογής στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.

Οι όποιες διαφοροποιήσεις και προβληματισμοί ακούστηκαν ανάγονται σε δύο επίπεδα: Πρώτον, με ποιο νομικό σχήμα ο οργανισμός αυτός θα μπορέσει να υπηρετήσει καλύτερα την αποστολή του και δεύτερον, με ποιο τρόπο και σε ποιο βαθμό είναι θεμιτό να μοχλεύσει ιδιωτικά κεφάλαια που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη προϊόντων και εφαρμογών που έχουν πραγματικά – και όχι κατ’ επίφαση – ανάγκη οι Ένοπλες Δυνάμεις.

Σε ότι αφορά το πρώτο ζήτημα, πιστεύουμε ότι το σχήμα που μπορεί να συνδυάσει την ευελιξία, την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα είναι αυτό της ανώνυμης εταιρείας, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα στο Κέντρο να διαχειρίζεται τη χρηματοδότηση και τα ταμεία του με τον πλέον παραγωγικό τρόπο. Θέλω να υπενθυμίσω ότι το νομικό σχήμα μιας αμιγούς δημόσιας ανώνυμης εταιρείας δεν είναι καινοφανές. Υπάρχουν πάρα πολλές δημόσιες ανώνυμες εταιρείες και η ελληνική δημόσια διοίκηση έχει συσσωρεύσει μεγάλη εμπειρία τόσο ως προς τη λειτουργία τους όσο και ως προς τους μηχανισμούς ελέγχου. Σε ότι αφορά συγκεκριμένα στον έλεγχο και την εποπτεία του ΕΛΚΑΚ από το ελληνικό Δημόσιο έχουμε υιοθετήσει μια σειρά εργαλεία στα οποία δεν δόθηκε κατά τη γνώμη μου η δέουσα σημασία. Ας δούμε σε τι συνίσταται αυτός: Πρώτον, στο Διοικητικό της Συμβούλιο συμμετέχει ο Γενικός Διευθυντής Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων και ο αρμόδιος για σχετικά θέματα ανώτατος αξιωματικός του ΓΕΕΘΑ. Δεύτερον, η λειτουργία της υπόκειται σε σταθερούς ελέγχους εκ μέρους της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων του ΥΠΕΘΑ. Τρίτον, το ΕΛΚΑΚ θα υποβάλλει τακτικές και έκτακτες αναφορές προόδου και εκθέσεις πεπραγμένων, οικονομικού απολογισμού και διαχειριστικής επάρκειας. Τέταρτον, οι ετήσιοι λογαριασμοί θα ελέγχονται από ορκωτούς ελεγκτές. Πέμπτον, έχουμε συμπεριλάβει ρητή υποχρέωση ανάπτυξης και υιοθέτησης συστήματος εσωτερικού ελέγχου για την εξασφάλιση της αξιοπιστίας της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, και έκτον, έχει επίσης συμπεριληφθεί ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο καταπολέμησης της απάτης και της διαφθοράς σε συνεργασία με την Εθνική Αρχή Διαφάνειας. Με λίγα λόγια, ό,τι εργαλείο εποπτείας και ελέγχου έχει αναπτύξει και έχει διαθέσιμο η ελληνική δημόσια διοίκηση το έχουμε συμπεριλάβει, ώστε να μην γίνεται ανεκτή οποιαδήποτε κακοδιαχείριση, έλλειψη διαφάνειας ή ακόμα και αναποτελεσματικότητας στον στρατηγικό της σκοπό.

Ως προς το ρόλο της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας τώρα και τη συμμετοχή της στο ΕΛΚΑΚ. Δεν είμαστε μια χώρα που στερείται ιδεών και διάθεσης συμμετοχής των νέων ανθρώπων στο επιχειρείν, ειδικά στην παροχή καινοτόμων λύσεων στις ανάγκες του κράτους. Το ζητούμενο εδώ είναι πως θα προσανατολίσουμε αυτές τις εταιρείες στις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Είναι κρίσιμο ως εκ τούτου να βρεθεί ένας θεσμικός τρόπος δια του οποίου οι Ένοπλες Δυνάμεις θα επικοινωνούν τον μακροχρόνιο εξοπλιστικό τους προγραμματισμό και τις ανάγκες τους για νέα συστήματα. Με αυτό τον τρόπο, τόσο οι νεοφυείς επιχειρήσεις όσο και οι ανεπτυγμένες επιχειρήσεις της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα μπορούν να καταστρώσουν τα δικά τους επιχειρηματικά σχέδια, κατευθύνοντας τις επενδύσεις, τις υποδομές και το προσωπικό τους στις ανάγκες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Αντιλαμβάνομαι τη δυσπιστία που εκφράστηκε από πολλούς, αλλά πιστεύω ότι αξίζει να δώσουμε μια ευκαιρία στον συλλογικό μας εαυτό: Να στηριχθούμε δηλαδή στους εγχώριους πόρους, στο εθνικό δυναμικό και στις δικές μας ιδέες, με την αυτοπεποίθηση και το θάρρος που απαιτούν οι περιστάσεις. Τα παραδείγματα από τρίτες χώρες είναι πολλά, τα διδάγματα των σύγχρονων ενόπλων συγκρούσεων είναι φανερά και η ανάγκη της Χώρας για ισχυρές και αξιόμαχες Ένοπλες Δυνάμεις είναι πιο επιτακτική από ποτέ.

Για το Κοινό Σώμα Πληροφορικής. Φοβάμαι ότι στις προηγούμενες συζητήσεις χάσαμε τη μεγάλη εικόνα. Η μεγάλη εικόνα είναι ότι τα πεδία των επιχειρήσεων στην εποχή μας δεν περιορίζονται στην ξηρά, στη θάλασσα, στον αέρα ή στο διάστημα, αλλά επεκτείνονται -για να μην πω ότι σε ορισμένες περιπτώσεις διεξάγονται αποκλειστικά στον κυβερνοχώρο. Και τα μέσα διεξαγωγής των επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο εξαρτώνται και σχετίζονται άμεσα με τη διαθεσιμότητα των τεχνολογικών και κυρίως των ανθρώπινων πόρων. Η μεγάλη εικόνα επίσης, είναι ότι σήμερα δεν έχουμε μια ενιαία στρατηγική στον τομέα της πληροφορικής, από το πιο μικρό που είναι η μηχανογράφηση μέχρι το πιο μεγάλο που είναι η κυβερνοάμυνα και η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης.

Η πραγματικότητα την οποία πρέπει όλοι μας να αποδεχθούμε και πρέπει να καθοδηγήσει τις πολιτικές μας είναι ότι η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη αποτελούν το κέντρο βάρους και την αιχμή του δόρατος στη στρατηγική επικράτηση στον 21ο αιώνα. Η εξέλιξη της δε είναι τόσο αλματώδης που δεν έχει κανένα νόημα να την αγοράζουμε παρά μόνο να την παράγουμε σε ένα σημαντικό της μέρος εμείς. Και για να το επιτύχουμε αυτό χρειαζόμαστε ανθρώπους με απίστευτες γνώσεις και τρομερή εξειδίκευση που θα έχουν απόλυτη συνείδηση της αποστολής τους.

Η μεγάλη εικόνα λοιπόν είναι ότι μέχρι σήμερα δεν βγάζουμε «μαχητές» στον τομέα της πληροφορικής με πλήρη συνείδηση της αποστολής τους, όπως είναι οι πιλότοι, οι καταδρομείς κ.ο.κ., οι οποίοι ταυτίζονται με την αποστολή τους από την πρώτη μέχρι την τελευταία μέρα της σταδιοδρομίας τους στις Ένοπλες Δυνάμεις. Αναφέρθηκα ήδη την Παρασκευή με πιο ερασιτεχνικό, θα έλεγα, τρόπο βγάζουμε σήμερα «πληροφορικάριους» στο Στρατό. Και αυτό είναι που θέλουμε να σταματήσει με τη σύσταση του Κοινού Σώματος Πληροφορικής.

Εξήγησα γιατί δεν μπορεί να είναι εθελοντική η μετάταξη στο Κοινό Σώμα. Όπως επίσης απάντησα γιατί οι φόβοι ορισμένων στελεχών ως προς τις μεταθέσεις τους δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Να προσθέσω ένα ακόμη επιχείρημα για να κλείσουμε αυτή τη συζήτηση. Με την νομοθεσία που ίσχυε μέχρι σήμερα για τα Σώματα Πληροφορικής του Στρατού Ξηράς και της Πολεμικής Αεροπορίας, 12 στελέχη έπρεπε να μετατίθενται σε Μονάδες εκτός πληροφορικής που έχουν εξειδικευθεί, για να συμπληρώσουν χρόνο διοίκησης και να προαχθούν στο επόμενο διοικητικό βαθμό. Στο Κοινό Σώμα Πληροφορικής, όπως συμβαίνει και με το Κοινό Νομικό Σώμα αυτό δεν θα απαιτείται. Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτή της πρόβλεψης; Να μειώνεται πρακτικά ο αριθμός των μεταθέσεων των στελεχών. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από αυτό που φοβούνται. Αυτό είναι νομίζω και η καλύτερη απάντηση σε όσα στελέχη πληροφορικής φοβούνται ότι θα χρειαστεί να μετατεθούν σε θέσεις μη σχετικές με τον τομέα τους και αποτελεί από την πλευρά μας μία συνειδητή νομοθετική επιλογή, που στοχεύει στην απρόσκοπτη εκτέλεση των καθηκόντων τους.»