Ένα αεροσκάφος 5ης γενιάς, όπως είναι το F35 που αναμένεται να παραγγείλει η ελληνική κυβέρνηση, απαιτεί μια εντελώς νέα προσέγγιση τόσο στο σχεδιασμό για την επιχειρησιακή αξιοποίησή του, όσο και τη στέγαση και υποστήριξή του σε βάθος χρόνου.
Μία συμφωνία Ασφάλειας Εφοδιασμού και Πληροφοριών (SSI) που θα γίνει μεταξύ της Ελληνικής Κυβέρνησης και τον κατασκευαστή του αεροσκάφους, στα πλαίσια της διακρατικής σύμβασης αγοράς των F-35, έχει τεράστια στρατηγική και οικονομική σημασία. Η υλοποίηση συμφωνίας SSI με αποκλειστικό γνώμονα την εμπλοκή της αμυντικής μας βιομηχανίας στο πρόγραμμα του F-35, θα ήταν μια τεράστια απόδοση της όποιας επένδυσης που θα συντελέσει σε ανάπτυξη για τον τομέα της τεχνολογίας. Αυτό άλλωστε έχει αποδειχθεί με παρόμοια προγράμματα βιομηχανικής συνεργασίας που ήδη έχει αναλάβει και υλοποιήσει με επιτυχία στη χώρα μας η Lockheed Martin για πάνω από 20 χρόνια.
Στην πραγματικότητα, η συμφωνία SSI είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τη διαχρονική αξιοποίηση του μαχητικού ώστε να αξιοποιηθούν στο μέγιστο τα διαθέσιμα κονδύλια, όσο και για την ενίσχυση της ΕΑΒΙ η οποία κινδυνεύει να χάσει την ευκαιρία να ενταχτεί σε ένα διεθνές αεροναυπηγικό κατασκευαστικό πρόγραμμα, το οποίο μέχρι το Δεκέμβριο του 2022 είχε παραδώσει 894 αεροσκάφη, ενώ στο απώτερο μέλλον πρόκειται να παραδώσει σε 18 χώρες, επιπλέον 2.500 αεροσκάφη.
Να υπενθυμίσουμε ότι όλοι οι διεθνείς πελάτες του F-35A, τόσο αυτοί που εντάχτηκαν στην αρχή του προγράμματος επενδύοντας κεφάλαια (Ιταλία, Βρετανία, Δανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Καναδάς, Αυστραλία), όσο και αυτές που παρήγγειλαν το μαχητικό αργότερα (Φινλανδία, Πολωνία, Γερμανία, Ν. Κορέα, Ελβετία, Βέλγιο, Ιαπωνία) υπέγραψαν Συμφωνία Βιομηχανικής Συνεργασίας για την κατασκευή τμημάτων και υποσυστημάτων του μαχητικού, συμμετέχοντας στην εφοδιαστική αλυσίδα του προγράμματος.
Η Ιταλία επένδυσε $2 δις για να λάβει έργο άνω των $ 10 δις ως αρχικός εταίρος του προγράμματος. Σε αντίστοιχη περίπτωση και με βάση την υπάρχουσα εμπειρία στην Ελλάδα από αντίστοιχα προγράμματα, μια επένδυση στην ΕΑΒΙ ύψους $500 εκ περίπου θα συνεπαγόταν τουλάχιστον $1 δις έσοδα από εξαγωγές – ας δούμε το παράδειγμα της ΕΑΒ. Σε αυτά δεν υπολογίζονται τα έμμεσα οφέλη από τη μεταφορά τεχνογνωσίας, την εξειδίκευση, την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας αλλά και της περαιτέρω εμβάθυνσης της συμμετοχής των εταιριών στην εφοδιαστική αλυσίδα αντίστοιχων εταιριών από τις ΗΠΑ που είναι στο F-35. Άλλωστε είναι αξιοσημείωτο το παράδειγμα των συνεχιζόμενων παραδόσεων από την Intracom Defence στο πρόγραμμα των PATRIOT, 20 χρόνια μετά την παράδοση του συστήματος στην ΠΑ.
Το παρακάτω άρθρο Ειδικού Συνεργάτη στο hellasjournal.com είναι χαρακτηριστικό
Οι Αμερικανοί παράγοντες έχουν προβληματιστεί σοβαρά με μια ελληνική πρωτοτυπία. Μιλάμε για την υπόθεση της προμήθειας των F-35 και την αμφιταλάντευση των Ελλήνων αξιωματούχων να ζητήσουν, για την ακρίβεια απαιτήσουν, βιομηχανική συνεργασία για το πρόγραμμα αυτό. Όλες μα όλες οι χώρες το απαιτούν, είτε συμμετέχουν στο πρόγραμμα, είτε είναι απλοί πελάτες.
Εκτός από τις εύκολες περιπτώσεις, όπου κάποιες χώρες όπως η Ιταλία (εταίρος) ή η Φινλανδία, η Ελβετία και η Γερμανία (πελάτες σαν την Ελλάδα), όπου οι διαδικασίες προχωρούν αβίαστα λόγω της καλής υποδομής και βιομηχανικής πολιτικής των κρατών αυτών, προσφάτως έχουν να κάνουν και με πιο δύσκολες περιπτώσεις, όπως η Πολωνία που έχει επενδύσει ήδη τα μέγιστα στην αμυντική της βιομηχανία (κατασκευάζει ελικόπτερα Sikorsky!!) έχουν τρομάξει να τους πείσουν να πάρουν άλλα βιομηχανικά έργα / συνεργασία που ΔΕΝ αφορούν στα F-35. Μάλιστα οι Πολωνοί επιμένουν μέσω κρατικών εταιριών τους να πάρουν και επιπλέον κυρίως έργο για τα F-35 επενδύοντας επιπλέον 400 εκ. δολλάρια επιπρόσθετα στα δις που έχουν ήδη επενδύσει σε υποδομές και στην αμυντική τους βιομηχανία για συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Και ενώ αντιμετωπίζουν όλα αυτά, έχουν εκπλαγεί με την περίεργη αντίδραση των Ελλήνων. Και έχουν προβληματιστεί διότι η μη δήλωση συμμετοχής μέσω SSI (προγράμματα ασφαλείας και βιομηχανικής συνεργασίας) θα στερήσει τις ανάλογες υποδομές και τη δημιουργία του απαραίτητου βιομηχανικού οικοσυστήματος, ώστε ασφαλώς να προσγειωθούν και μετέπειτα προφυλαχθούν τα αόρατα αεροσκάφη.
Καμιά Πολεμική Αεροπορία στο δυτικό κόσμο δεν έχει καταφέρει να σηκώσει το βάρος μόνη της χωρίς αυτό το οικοσύστημα. Από ότι φαίνεται η δίκη μας Πολεμική Αεροπορία (Π.Α.) έχει άλλη άποψη αγνοώντας ταυτόχρονα και την αμυντική βιομηχανία.
Ίσως επειδή η ΕΑΒ την έχει απογοητεύσει στο παρελθόν, αλλά η έλλειψη παρουσίας της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας θα στοιχήσει δυστυχώς στην Π.Α. τα μέγιστα στην πορεία και όταν θα την χρειαστεί σε καιρό ανάγκης ή κρίσης.
Περαιτέρω υπάρχουν δυο άλλοι σοβαρότατοι παράγοντες που προβληματίζουν την Washington:
α) Το αεροσκάφος αυτό δεν αξιοποιείται απλά επειδή είναι αόρατο. Όλες οι χώρες το αξιοποιούν συνδέοντας το με το υπόλοιπο αμυντικό τους σύστημα διότι αυτό είναι κυρίως το έργο του και όχι απλά να είναι αόρατο και να εξαπολύει εκ του ασφαλούς βλήματα κατά των αντιπάλων του. Χρειάζεται πλήρη διασύνδεση με την αεράμυνα, τα κέντρα διοίκησης, τα υπόλοιπα αεροσκάφη, τα πλοία, ακόμα και τις χερσαίες δυνάμεις. Επιπλέον, απαιτεί εξελιγμένο σύστημα διαχείρισης της αποστολής, σχεδιασμού της επιχείρησης αλλά και διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας και συντήρησης. Αυτές οι απαιτήσεις είναι πρωτόγνωρες για την Πολεμική μας Αεροπορία μιας και δεν διαθέτει αντίστοιχο σύστημα τέτοιας αρχιτεκτονικής το οποίο μάλιστα να είναι πλήρως ανθεκτικό σε κυβερνοεπιθέσεις. Για την πιο αποτελεσματική διαχείριση όλων αυτών είναι αναγκαία η εμπλοκή της αμερικανικής κατασκευάστριας εταιρίας, αλλά και της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας.
β) Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις θέλουν καθημερινό πότισμα και ενδυνάμωση όπου πέρα των κοινών ασκήσεων, λόγω κυρίως της αμερικανικής παρουσίας στη Σούδα και την Αλεξανδρούπολη, είναι απαραίτητη η βιομηχανική συνεργασία όπως της ΕΑΒ με τη Lockheed Martin, αλλά και μεταξύ άλλων εταιριών της αμυντικής βιομηχανίας και υποκατακευαστών της στην πλατφόρμα αυτή που λέγεται F-35. Αυτό, και οφείλουμε να το πούμε, έχει συντελεσθεί με επιτυχία διότι οι αμερικανικές εταιρείες τηρούν σχολαστικά τις υποσχέσεις τους και ενεργούν με βάση τις συμφωνίες (they mean business), εν αντιθέσει δυστυχώς με τις ευρωπαϊκές που ενίοτε ή πολύ συχνά αποφεύγουν την εμπλοκή των τοπικών εταιριών (ευνοώντας την αυξημένη παρουσία των εταιριών των χωρών τους στην εφοδιαστική τους αλυσίδα σε ποσοστό άνω του 50%).
Τρανό παράδειγμα η επιτυχημένη πορεία βιομηχανικά της Lockheed Martin. Μπορεί κανείς να αμφισβητήσει την στήριξη της ΕΑΒ από την Lockheed Martin και του πραγματικού ενδιαφέροντος για την ιδιωτικοποίησή της; Μάλιστα υπήρξε η πρώτη που όχι μόνο εκδήλωσε το επίσημο ενδιαφέρον της, αλλά διατηρούσε εδώ και καιρό διαύλους επικοινωνίας με την κυβέρνηση για το θέμα. Ή μήπως να αναφερθούμε στη στήριξη της Raytheon στην άλλη αξιόλογη εταιρεία της αμυντικής βιομηχανίας, την Intracom Defence Electronics; Μήπως να αναφερθούμε στο ότι η Lockheed Martin έχει αναδείξει εξαγωγικούς πρωταθλητές μέσα στη υπόλοιπη αμυντική βιοπμηχανία;
Όλα αυτά έχουν τσιμεντώσει τις Ελληνοαμερικανικές σχέσεις και δημιουργούν βήμα-βήμα άλλο κοινό αφήγημα. Θα είχαν γίνει όλα αυτά εάν δεν υπήρχε η εκατέρωθεν δέσμευση για βιομηχανική συνεργασία; Και βέβαια όχι.
Ίδιες πηγές από την Washington σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι οι πιθανές εξαγωγές εφόσον γίνει η απαραίτητη επένδυση που έτσι κι αλλιώς οφείλει να γίνει για να μπορέσουμε να παραλάβουμε και να αξιοποιήσουμε την βιομηχανική πλατφόρμα/υπερόπλο του αέρα, είναι της τάξης των 500 εκ με ένα δισ. δολάρια στη διάρκεια του προγράμματος αυτού δηλαδή 10 χρόνια, ήτοι 50-100 εκ εξαγωγές ετησίως. Και αυτό δεν αποτελεί ουτοπία, αλλά ένα πλήρως ρεαλιστικό σενάριο καθώς σήμερα η αμυντική βιομηχανία ήδη εξάγει ετησίως (ή αντίστοιχα υποκαθιστά εισαγωγές) της τάξεως των 250-300 εκ ευρώ ετησίως.
Αλήθεια ποσό μη ρεαλιστικό είναι ότι αφού γίνει μια σχετικά μικρή επένδυση, οι πανάξιοι μας μηχανικοί της αμυντικής βιομηχανίας, θα μπορέσουν να υποστηρίξουν και τις άλλες χώρες πελάτες των F-35; Καμία Πολεμική Αεροπορία πελάτης δεν μπορεί να σηκώσει αυτό το φορτίο από μόνη της και για το λόγο αυτό το F-35 είναι εν τη γενέσει του ένα πρόγραμμα βιομηχανικής συνεργασίας αφού οι ΗΠΑ συνεργάστηκαν στη σχεδίαση και βιομηχανοποίηση του F-35 με άλλες χώρες, συμμάχους.
Και προς απόδειξη αυτών, ως είδηση που ίσως πέρασε στα ψιλά, η Γερμανία απαίτησε και πήρε την κατασκευή μεγάλου τμήματος της ατράκτου του αεροσκάφους αντικαθιστώντας την τουρκική εταιρία που είχε αναλάβει το αντίστοιχο έργο, καθώς η Τουρκία αποβλήθηκε από το πρόγραμμα του F-35.
Τελικά είμαστε σύμμαχοι των ΗΠΑ και στηρίζουμε τη συμμαχία μας σε όλους τους τομείς έξυπνα ή κάνουμε επιλογές για να εξυπηρετήσουμε τους εισαγωγείς που όταν λείπει η αμυντική βιομηχανία τρέχουν με το αζημίωτο να εξυπηρετήσουν τις Ένοπλες Δυνάμεις;