Ποινές φυλάκισης 2 και 3 ετών αντίστοιχα επέβαλε χθες το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας, σε έναν Λαρισαίο και σε έναν Τρικαλινό που καταδικάστηκαν, κατηγορούμενοι πως εξαπάτησαν 3 Λαρισαίους και άλλους 4 Αθηναίους υποσχόμενοι φθηνά και χαμηλότερου κυβισμού ΙΧ επιβατικά από τη Γερμανία.
Οι επιτήδειοι απέσπασαν περίπου 60.000 ευρώ από τα θύματά τους – μεταξύ των οποίων και αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς – δρώντας από το καλοκαίρι του 2013 έως την άνοιξη του 2014, περίοδο κατά την οποία αρκετοί κάτοχοι αυτοκινήτων υψηλού κυβισμού αναγκάστηκαν να τα πουλήσουν αφού λόγω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (καύσιμα, τεκμήρια κ.λπ.) τα αυτοκίνητα αυτά ήταν πλέον ασύμφορα.
Κατά μία εκδοχή, όλα ξεκίνησαν όταν ένας εκ των κατηγορουμένων, λόγω της στρατιωτικής θητείας του γιου του, γνώρισε αξιωματικό του Στρατού Ξηράς στον οποίο προσφέρθηκε να του βρει φθηνό αυτοκίνητο από τη Γερμανία, δηλώνοντας πως έχει διασυνδέσεις.
Η ύπαρξη του ανθρώπου με…τις «διασυνδέσεις» διαδόθηκε από αξιωματικό σε αξιωματικό, μόνο που η πραγματική πρόθεση των κατηγορουμένων αποδείχθηκε διαφορετική από αυτή που δηλώθηκε στους πολίτες που αναζητούσαν φθηνότερα αυτοκίνητα.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο κατηγορητήριο (του πρώτου δικαστηρίου) οι «κατηγορούμενοι, γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι στον χώρο» του Στρατού Ξηράς στη Λάρισα «υπήρχαν πολλοί υψηλόβαθμοι αξιωματικοί, κάτοχοι ενεργοβόρων και υψηλών τεκμηρίων οχημάτων, τα οποία ήθελαν να αντικαταστήσουν και, ως εκ τούτου, υπήρχαν εν δυνάμει πολλοί ενδιαφερόμενοι για το εμπόριο αυτοκινήτων και τις ανταλλαγές που οι κατηγορούμενοι έκαναν». Μάλιστα, για να πετύχουν τον σκοπό τους οι κατηγορούμενοι «κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα φιλικό κλίμα και να εδραιώσουν μία σχέση εμπιστοσύνης» με τα υποψήφια θύματά τους, τα οποία «προσέγγισαν μεθοδικά, επιδεικνύοντας μία οικεία συμπεριφορά, εκμεταλλεύθηκαν την ευπιστία τους και τις οικονομικές τους ανάγκες εμφανιζόμενοι ως διαθέτοντες τις επαγγελματικές ικανότητες και τους παρέστησαν ψευδώς κατά το χρονικό διάστημα από το καλοκαίρι του 2013 έως την άνοιξη του 2014 ότι μπορούσαν να επιτελέσουν τις συμφωνηθείσες μεταβιβάσεις των ΙΧΕ αυτοκινήτων (πωλήσεις – αγορές) και λόγω των εξειδικευμένων γνώσεών τους μπορούσαν να διασφαλίσουν στους παθόντες την πραγματοποίησή τους.
Με τον τρόπο αυτόν, τους έπεισαν κι έτσι οι παθόντες κατέβαλαν το συνολικό χρηματικό / ποσό των 58.150 ευρώ, αποκομίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο παράνομο περιουσιακό όφελος αφού ούτε δυνατότητες είχαν, αλλά ούτε και πρόθεση είχαν να πραγματοποιήσουν τα συμφωνηθέντα με τους εγκαλούντες, με την πρόκληση ισόποσης περιουσιακής βλάβης στους τελευταίους». Οι κατηγορούμενοι έπαιρναν τα ακριβά αυτοκίνητα των υποψήφιων θυμάτων τους οι οποίοι δικαιολογημένα άρχισαν να ανησυχούν, καθώς ο καιρός περνούσε και δεν έβλεπαν να υλοποιούνται οι συμφωνίες. Στις οχλήσεις τους, οι κατηγορούμενοι τους έστελναν μηνύματα στο ηλεκτρονικό τους ταχυδρομείο με φωτογραφίες άλλων αυτοκινήτων, όταν στην πραγματικότητα τα ακριβά αυτοκίνητα είχαν ήδη πουληθεί σε Γερμανούς.
Στην περίπτωση μιας Jaguar, όπως σημειώθηκε και στο κατηγορητήριο, ένας εκ των κατηγορουμένων «μετέφερε το εν λόγω αυτοκίνητο στη Γερμανία και, επειδή δεν κατάφερε να το πουλήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα περίπου οκτώ μηνών, μετά δε από έντονες διαμαρτυρίες και οχλήσεις του πραγματικού ιδιοκτήτη του IX, ο κατηγορούμενος του επέστρεψε το εν λόγω αυτοκίνητο στην Ελλάδα, αφού εν τω μεταξύ είχε διανύσει 15.000 χλμ. απόσταση, πολύ μεγαλύτερη από την απόσταση μετάβασής και επιστροφής στη Γερμανία, μάλιστα δε, χρησιμοποιήθηκε» από τους κατηγορουμένους «συστηματικά ανά την Ευρώπη και σε διάφορες μετακινήσεις τους, αφού μέσα στο αυτοκίνητο μετά την παράδοσή του στην Ελλάδα, βρέθηκαν αποδείξεις διοδίων διαφόρων Ευρωπαϊκών χωρών».
Σε άλλη περίπτωση ο κατηγορούμενά παρέλαβε τον Νοέμβριο του 2013 ένα ΙΧΕ αυτοκίνητο, BMW τύπου Χ3, «προκειμένου να το εξάγει στη Γερμανία, ώστε αυτό να πωληθεί εκεί ως μεταχειρισμένο και να φέρει στο υποψήφιο θύμα του «σε αντικατάσταση ένα μεταχειρισμένο ΙΧΕ αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής AUDI τύπου A3 Diesel».
«Το αυτοκίνητο αυτό παραλήφθηκε» από τον κατηγορούμενο «με ελληνικές πινακίδες κυκλοφορίας και, αφού πουλήθηκε στη Γερμανία, επιστράφηκαν στον πραγματικό ιδιοκτήτη «οι ελληνικές του πινακίδες» «τον Δεκέμβριο του 2013, προκειμένου να γίνει η οριστική διαγραφή του εν λόγω ΙΧΕ αυτοκινήτου, χωρίς ωστόσο να του παραδοθεί το μεταχειρισμένο ΙΧΕ αυτοκίνητο από τη Γερμανία, που είχε συμφωνηθεί».
«Τελικά» προστίθεται στο κατηγορητήριο «και μετά από πολλέ5 διαπραγματεύσεις και πιέσεις του ιδιοκτήτη «οι κατηγορούμενοι του παρέδωσαν ένα Audi A3 Diesel περί τα τέλη Μαρτίου του 2014». Στις αρχές Νοεμβρίου του 2013 οι κατηγορούμενοι συμφώνησαν να προμηθεύσουν σε άλλον ιδιοκτήτη αυτοκινήτου «ένα ΙΧΕ μεταχειρισμένο αυτοκίνητο από τη Γερμανία, κατασκευής Volkswagen τύπου Polo. Το αυτοκίνητο αυτό παραδόθηκε τελικά» στον αγοραστή «ωστόσο αυτό δεν ήταν εισαγωγής από τη Γερμανία αλλά αγοράστηκε στην Αθήνα, από την ελληνική αγορά μεταχειρισμένων αυτοκινήτων».
Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας χθες, μεταξύ άλλων, κατέθεσαν θύματα των απατεώνων περιγράφοντας τα γεγονότα, ενώ ένας εκ των κατηγορουμένων, στην απολογία του αναγνώρισε το δίκαιο των μηνυτών δηλώνοντας ωστόσο και ο ίδιος πως εξαπατήθηκε από τον συγκατηγορούμενο στην προσπάθειά του να αυξήσει το εισόδημά του ως μεσίτης. Στο Δικαστήριο δεν παρευρέθηκε ο δεύτερος κατηγορούμενος ο οποίος ζει πλέον στο εξωτερικό.
Ο εισαγγελέας της έδρας, κατά την αγόρευσή του, πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων, με το Πενταμελές Εφετείο Λάρισας να καταδικάζει για απάτη τον Λαρισαίο μόνο για 2 περιπτώσεις με ποινή φυλάκισής 2 ετών και με ποινή φυλάκισής 3 ετών τον Τρικαλινό κατηγορούμενο για συνέργεια, με αναστολή και για τους δύο. Αντί των 5 και 4 ετών φυλάκισης αντίστοιχα, που είχε επιβάλει πρωτόδικα το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας.
Πηγή: Ελευθερία