Παρατίθεται το κείμενο της ομιλίας που απηύθυνε ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος κατά τη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε σήμερα, Τρίτη 7 Ιουλίου 2020, στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων με θέμα: «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Άμυνας του Κράτους του Ισραήλ και του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας για την προμήθεια Εξοπλισμού και Υπηρεσιών Άμυνας».
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: «Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε. Έχω κι εγώ μια αντίρρηση, μιας που είναι σήμερα μόνο το δικαίωμα της ομιλίας μόνο σε αυτούς που εκφράζουν αντιρρήσεις.
Το να έρχονται εδώ οι εκπρόσωποι των κομμάτων που εκφράζουν αντίρρηση και ένεκα της ουσιαστικής συζήτησης γύρω από τη Συμφωνία, να θέτουν ένα μεγάλο αριθμό διεθνών πολιτικών θεμάτων, χωρίς να εισέρχονται στην ουσία της Συμφωνίας που είναι μία αμιγώς Αμυντική Συμφωνία, προκειμένου να ακουστούν, να αποκομίσουν πολιτικές εντυπώσεις, νομίζω ότι αποτελούν στρέβλωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Εδώ οι αντιρρησίες μόνο για τη Συμφωνία δεν μίλησαν. Ακόμα και για την τήρηση των αποφάσεων του ΟΗΕ και του Διεθνούς Δικαίου ακούστηκαν ενστάσεις, αλλά από εκεί και πέρα δεν άφησαν δυνατότητα, σε κανένα άλλο κόμμα, για αντίλογο. Θα αποφύγω αυτή την πρακτική όπως είχα κάνει κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή την 1η Ιουλίου, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως πρόφαση για την αντίθεση σε αυτή τη Συμφωνία στην ουσία της, λόγω της εκπεφρασθείσας εξαγγελίας του Πρωθυπουργού του Ισραήλ περί προσάρτησης παλαιστινιακών εδαφών, και γι’ αυτό το λόγο ζητήθηκε να αναβληθεί η συζήτηση, να μην προχωρήσουμε σε κύρωση της συμφωνίας κλπ. Ερχόμαστε σήμερα στις 7 Ιουλίου, όπου δεν προσαρτήθηκε τίποτα μέχρι τώρα. Απλά υπάρχει αυτή η εξαγγελία, γνωρίζουμε ότι η εσωτερική πολιτική κατάσταση στο Ισραήλ έχει να κάνει με μία κυβέρνηση συνεργασίας και ενδεχομένως με αυτή την κυβέρνηση συνεργασίας να υπάρχουν κι άλλες απόψεις και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που ακόμα δεν έχει προχωρήσει αυτή η υπόθεση της προσάρτησης. Αλλά αυτό δεν είναι θέμα της σημερινής συζήτησης.
Ερχόμαστε να συζητήσουμε μία συμφωνία μεταξύ του Κράτους του Ισραήλ και της Ελληνικής Δημοκρατίας στο πεδίο της Αμυντικής Συνεργασίας και τίποτα περισσότερο. Κακώς έρχονται τα κόμματα που εκφράζουν αντίρρηση με αυτή τη Συμφωνία και μάλλον εκτρέπουν τη συζήτηση σε μία εφ όλης της ύλης συζήτηση για το Παλαιστινιακό. Και θεωρώ επιπλέον παράδοξο, το κόμμα που ως Κυβέρνηση είχε υπογράψει το 2016 αυτή τη Συμφωνία -και ορθώς κατά την άποψή μου, από διεθνοπολιτικής απόψεως- να έρχεται σήμερα προτρέποντας το Σώμα μην την κυρώσει λόγω της κατάστασης στο Παλαιστινιακό και των εξαγγελιών του Ισραηλινού Πρωθυπουργού κλπ, επικαλούμενο και το Διεθνές Δίκαιο! Είναι τουλάχιστον παράδοξο αυτό.
Η προσπάθεια της χώρας είναι να εξεύρει και να εντατικοποιήσει τις διεθνείς συμμαχίες της για να προασπίσει τα δικά της εθνικά συμφέροντα και το δικό της ρόλο στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι, το πολύ ρευστό και πολύ περίπλοκο αυτήν την εποχή. Αυτή είναι και η προσπάθεια της Κυβέρνησης, η οποία εδώ και ένα χρόνο έχει εντείνει πραγματικά τους ρυθμούς για να ενισχύσει αυτές τις στρατηγικές συμμαχίες και ιδίως στο επίπεδο των διμερών επαφών.
Υπάρχει Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχει το ΝΑΤΟ, αλλά υπάρχουν και οι διμερείς επαφές όπου υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό να ενταθούν στρατηγικές συμμαχίες, προς όφελος μεταξύ άλλων και της Ελλάδος. Διμερές είναι το όφελος, αμοιβαία η ωφέλεια. Η Ελλάδα θα ωφεληθεί από αυτή την Συμφωνία με το Ισραήλ.
Στην Επιτροπή -δεν θα μακρηγορήσω κ. Πρόεδρε γιατί νομίζω ότι εξαντλήθηκε το θέμα ως προς την ουσία του στην Επιτροπή- εξηγήθηκαν οι λόγοι για τους οποίους η κύρωση αυτής της Συμφωνίας από το Σώμα, είναι μία επωφελής υπόθεση.
Η Συμφωνία αντικατοπτρίζει τις πολύ καλές σχέσεις των δύο χωρών, σε διμερές επίπεδο. Θυμίζω ότι μέχρι πρότινος οι σχέσεις, οι συμμαχικές με το Ισραήλ, επεκτείνονταν στο πεδίο διεξαγωγής ασκήσεων μεταξύ στοιχείων των Ενόπλων Δυνάμεων των δύο χωρών και τελευταία, σε πιο εντατικούς ρυθμούς. Υπήρξε και μία πιο συγκεκριμένη κίνηση με τη χρονομίσθωση εκ μέρους μας δύο μη επανδρωμένων οχημάτων UAV τύπου “Heron” από το Ισραήλ. Αυτή θα έλεγα ότι είναι η πρώτη, πιο συγκεκριμένη, κίνηση σε επίπεδο πρόσκτησης Αμυντικού Υλικού από το Ισραήλ.
Λίγα πράγματα όμως πέρα από αυτά:
Πρόσφατα προέκυψε η υπογραφή της Συμφωνίας για τον αγωγό “Eastemed”. Εκεί άνοιξε, θα έλεγα, ένας δρόμος κοινών γεωπολιτικών συμφερόντων ιδίως στο πεδίο της εκμετάλλευσης ενεργειακών κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό αναμφισβήτητα έχει κάποιο αντίκτυπο και στο πεδίο της Αμυντικής Συνεργασίας.
Στις αρχές Ιουλίου είχαμε το ταξίδι του Πρωθυπουργού και της Κυβερνητικής Αποστολής στο Ισραήλ. Εκεί επιβεβαιώσαμε τα μεγάλα περιθώρια συνεργασίας στο πεδίο της Άμυνας και της Ασφάλειας. Θα έλεγα, δώσαμε διαβεβαιώσεις, για εντατικοποίηση των επαφών με ισραηλινές εταιρείες στο χώρο της παραγωγής Αμυντικού Υλικού οι οποίες ενδιαφέρονται για δημιουργία συνεργασιών, συνεργειών, ακόμα και με όρους συμπαραγωγής στην Ελλάδα, σε συνεργασία με ελληνικές εταιρείες αμυντικής βιομηχανίας. Να η προοπτική, σε μία πλειάδα Αμυντικού Υλικού!
Εάν δεν υπήρχαν οι περιορισμοί σε σχέση με τον κορωνοϊό, θα είχαν ήδη αρχίσει τα πρώτα ταξίδια, οι πρώτες επισκέψεις Ισραηλινών αξιωματούχων, στελεχών των εταιρειών. Θεωρώ δεδομένο από τον άλλο μήνα θα έχουμε μεγάλη κινητικότητα και συγκεκριμένες προτάσεις στο τραπέζι. Κι εκεί υπάρχει η ειδοποιός διαφορά, που έρχεται από τη Συμφωνία την οποία καλούμαστε να κυρώσουμε σήμερα, να το επιβεβαιώσει σε επίπεδο θεσμικού πλαισίου. Ενώ κάποτε υπήρχαν μόνο εξαγγελίες, άντε καμιά στρατιωτική άσκηση από κοινού και δηλώσεις προθέσεων, τώρα υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια στο τραπέζι, σχέδια για την μεγάλη εντατικοποίηση της συνεργασίας στο πεδίο της Άμυνας και της Ασφάλειας και ειδικά σε αυτό της αμυντικής βιομηχανίας.
Αυτή η Συμφωνία λοιπόν, καθορίζει στην ουσία τις διαδικασίες και τους γενικούς όρους που θα διέπουν την προμήθεια ελληνικού ή ισραηλινών αμυντικού εξοπλισμού και υπηρεσιών Άμυνας κατά την κατάρτιση ξεχωριστών συμβάσεων προμήθειας, δηλαδή διακυβερνητικές συμβάσεις “G to G”. Οι συμβαλλόμενοι είναι τα Υπουργεία Άμυνας των δύο χωρών και στην ουσία μπαίνει το πλαίσιο, το οποίο πρόκειται να εξειδικευτεί με συμφωνίες που πιθανότατα θα αρχίσουν να εξελίσσονται από τον άλλο μήνα. Είναι εναρμονισμένη με την ισχύουσα νομοθεσία περί Προμηθειών, κρίνεται επωφελής για τη χώρα μας επιπλέον διότι, όπως σας είπαμε, θέτει το γενικότερο πλαίσιο για την σύναψη μελλοντικών σχέσεων “G το G”, παρέχει τη δυνατότητα επιχειρηματικής συνεργασίας και συμπαραγωγής Αμυντικού Υλικού μέσω της συμμετοχής του ενός μέρους στην παραγωγική διαδικασία που λαμβάνει χώρα στην Επικράτεια του άλλου. Εδώ, υπάρχει εκπεφρασμένο ενδιαφέρον -όπως σας είπα- από Ισραηλινούς, να έρθουν και να συνεργαστούν με ελληνικές εταιρείες, φυσικά με προφανή την ωφέλεια και για τις δύο χώρες, αλλά και για την εγχώρια οικονομία.
Πάντα έλεγα ότι ένας πολύ σημαντικός μοχλός ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας είναι και η ανάπτυξη της Αμυντικής Βιομηχανίας. Μία χώρα που διαθέτει αυτές τις Ένοπλες Δυνάμεις, αυτής της ποιότητας, της ετοιμότητας, της ευρύτητας όπως η Ελλάδα, πρέπει να υποστηρίζεται από μία πολύ ενεργή αμυντική βιομηχανία. Η δυνατότητα ανάπτυξης και εντατικοποίησης συνεργασιών με αντίστοιχες του Ισραήλ, νομίζω ότι μπορεί να δώσει μεγάλη ώθηση στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία, κατ’ επέκταση και στην εγχώρια οικονομία σε δύσκολους καιρούς όπως ξέρετε όλοι.
Είναι επωφελής επίσης διότι απαγορεύει ρητά τη σύναψη συμβάσεων Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων.
Είναι επωφελής, διότι προβλέπει τη διασφάλιση κρατικής ποιότητας μέσω της τήρησης ίδιων διαδικασιών ελέγχου για όλες τις παραμέτρους που σχετίζονται με την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού εκ μέρους του πωλητή, σαν να αφορά (η προμήθεια αυτή) στις δικές του Ένοπλες Δυνάμεις. Αφού εγγυάται ο πωλητής όσον αφορά στη διασφάλιση της ποιότητας και της διαδικασίας, ωφελείται ο αγοραστής.
Είναι επωφελής διότι θεσπίζει δυνατότητα εκ νέου συμφωνίας σχετικά με τον καθορισμό καινούργιων χρονοδιαγραμμάτων σε περίπτωση καθυστερημένης εκπλήρωσης, απαλλάσσοντας τελικά τους συμβαλλόμενους από τυχόν ποινικές ρήτρες. Όσοι έχουν ασχοληθεί με τα Εξοπλιστικά γνωρίζουν πόσο, θα έλεγα, «υπονομευτική» σε όλο το πλαίσιο συνεργασίας είναι αυτή η επιβολή ποινικών ρητρών σε περίπτωση κάποιας καθυστέρησης στο χρονοδιάγραμμα εκπλήρωσης σύμβασης. Στο παρελθόν το έχουμε ζήσει και το έχουν πληρώσει οι Ένοπλες Δυνάμεις με συμφωνίες που είχαν συναφθεί και εξοπλιστικά αμυντικά συστήματα που ήταν να παραληφθούν. Εδώ υπάρχει ρητή συμφωνία ότι μπορεί πραγματικά να αλλάξει αυτό το χρονοδιάγραμμα και να μην έχουμε αυτή την καθυστέρηση γραφειοκρατικής φύσεως και ιδίως την «δηλητηρίαση» αυτής της σχέσης μέσα από την επιβολή ποινικών ρητρών.
Διασφαλίζεται επίσης η συνεχής υποστήριξη που παράσχει ο πωλητής στον αγοραστή για όλο τον Αμυντικό Εξοπλισμό, ειδικά σε περιόδους έντασης ή κρίσης κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των μερών και επιπλέον, προστατεύονται οι παραγωγοί του Αμυντικού Υλικού ή των υπηρεσιών ως προς τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που εκείνοι απολαμβάνουν με αποτέλεσμα να αποτραπεί η παράνομη χρήση τους από τρίτους. Επομένως είναι μία αρκετά επεξεργασμένη Συμφωνία η οποία βάζει ένα γενικό πλαίσιο, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή στο επόμενο στάδιο εντατικοποίησης της στρατηγικής σχέσης, όταν θα έχουμε συγκεκριμένες επαφές και ανάπτυξη συνεργειών αλλά και συνεργασιών μεταξύ ισραηλινών και ελληνικών εταιρειών.
Βάζουμε ένα πλαίσιο με αυτή τη Συμφωνία, που θυμίζω είχε συναφθεί το Νοέμβριο του 2016 και καλώς, προκειμένου να εφαρμοστεί στην πράξη, όχι σε επίπεδο εξαγγελιών αλλά σε επίπεδο συγκεκριμένων ενεργειών που είναι επί θύραις, αυτή η Αμυντική Συνεργασία. Και νομίζω ότι μόνο ωφελημένη θα μπορούσε να βγει η Ελλάδα από αυτή την εξέλιξη.
Όπως σας είπα, το πρόσφατο ταξίδι του Πρωθυπουργού και της Κυβερνητικής Αποστολής στο Ισραήλ κατέστησε σαφές ότι επίκειται σειρά επαφών και εκδήλωση ενδιαφέροντος και για στοιχεία της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας με όρους συνέργειας. Νομίζω ότι όλες και όλοι καταλαβαίνουμε ότι η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία στην κατάσταση που είναι, χρειάζεται τέτοιου είδους προτάσεις για συνεργασίες, συνέργειες και με όρους συμπαραγωγής Αμυντικού Υλικού στην Ελλάδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εγχώρια οικονομία.
Ας μείνουμε σε αυτό το αρκετά στενό -όπως περιγράφεται από την ίδια Συμφωνία- πλαίσιο. Ας μην εκτρεπόμαστε σε μεγάλες διεθνοπολιτικές συζητήσεις, που αναμφισβήτητα έχουν κάποιο ενδιαφέρον. Δεν αμφισβητώ ότι υπάρχει το Παλαιστινιακό πρόβλημα αλλά δεν είναι αυτό το αντικείμενο της συζήτησης σήμερα.
Οι θέσεις της Ελλάδας που είναι και οι θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εκπεφρασμένες με μεγάλη σαφήνεια και δεν ερχόμαστε σήμερα να τις συζητήσουμε ή διά της υπόθεσης αυτής, να υπονοήσουμε ότι φεύγουμε από αυτές. Κάθε άλλο! Αλλά άλλο το ένα ζήτημα, άλλο το άλλο!
Καλώ λοιπόν το Σώμα, όπως είχαμε πει και στη συζήτηση στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας πριν από μία εβδομάδα, να κυρώσει αυτή τη Συμφωνία γιατί απλούστατα είναι εθνικά επωφελής. Θα είμαστε σε θέση να το διαπιστώσουμε με συγκεκριμένη δραστηριότητα, η οποία θα αρχίσει να λαμβάνει χώρα με εντατικούς ρυθμούς πάρα πολύ σύντομα.
Δεν μιλάμε πλέον όπως σας είπα για την εποχή των εξαγγελιών και της ρητορικής έξαρσης με ωραία λόγια και υποσχέσεις αιώνιας συνεργασίας, για να μην πω αγάπης, αλλά για μία συγκεκριμένη, αμοιβαία επωφελή υπόθεση, η οποία βρίσκεται επί θύραις.
Καλώ τους συναδέλφους να υποστηρίξουν, να κυρώσουμε τη Συμφωνία, προκειμένου να επισημοποιήσουμε θεσμικά το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα λάβει χώρα η δραστηριότητα, η οποία είναι έτοιμη να ξεκινήσει με εντατικούς ρυθμούς.
Σας ευχαριστώ».