Του Θοδωρή Γιάνναρου
Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε με τέτοιες συνθήκες υψηλής μεταδοτικότητας που βιώνουμε μέσα στο καλοκαίρι, τον χειμώνα που μας έρχεται, με ποσοστό εμβολιασμού χαμηλότερα από 60-70%. Τον χειμώνα δεν πρόκειται να προλάβουμε το πρόβλημα, που θα είναι ιδιαίτερα βίαιο, αν δεν φτάσουμε σε αυτά τα ποσοστά. Είναι σχεδόν βέβαιη η έλευση ενός σκληρού 4ου κύματος αν δεν επιτύχουμε ένα καθαρό τείχος ανοσίας και βέβαια αν η τρίτη δόση δεν χορηγηθεί εγκαίρως -ήδη εκείνοι που εμβολιάστηκαν Ιανουάριο και Φεβρουάριο έπρεπε ήδη να έχουν λάβει την τρίτη δόση, μιας και τα εμβόλια ήδη έχουν χάσει από την αποτελεσματικότητά τους, άσχετα με αυτά που υποστηρίζουν κάποιοι! Λόγω της εξασθένησης λοιπόν της επιτευχθείσας ανοσίας από τα εμβόλια, τα άτομα που εμβολιάστηκαν μεταξύ Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου θα χρειαστούν εκ των ων ουκ άνευ μια αναμνηστική δόση… χθες.
Φανταστείτε να μπει ο χειμώνας και εκτός των ανεμβολίαστων, να βρει ανεμβολίαστους και τους εμβολιασμένους!
Δεν είναι σίγουρα δύσκολο, να το αντιληφθεί ένας απλός άνθρωπος -πόσο μάλλον ένας “ειδικός”: Η μετάλλαξη Δέλτα έχει “κατεβάσει” την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά τουλάχιστον 20-25 ποσοστιαίες μονάδες… Από την άλλη, ο “χρόνος” αποδυναμώνει σιγά σιγά τα εμβόλια και ως εκ τούτου μειώνει την αποτελεσματικότητά τους. Άρα τι μένει; Η απάντηση δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη: “Αυτό που μένει είναι σίγουρα μη επαρκές για να προστατεύσει αυτούς που εμβολιάστηκαν 7-8 μήνες πριν”.
Ενώ τα κρούσματα, οι διασωληνώσεις και οι θάνατοι αυξάνονται Αυγουστιάτικα, οι μολύνσεις θα αυξηθούν πολύ πιο έντονα το φθινόπωρο και ακόμα περισσότερο τον χειμώνα. Ο αριθμός των θανάτων θα εξαρτηθεί κυρίως από το επίπεδο των εμβολιασμών μέχρι τότε καθώς και τα μεταλλαγμένα στελέχη που θα υπάρχουν τότε στην κοινότητα. Για να αποτραπεί ένα νέο κύμα COVID-19, είναι μονόδρομος να εμβολιαστεί το 80% -85% του πληθυσμού μέχρι τα τέλη του έτους.
Τα εμβόλια έχουν σε κάθε περίπτωση μειώσει την ταχύτητα επέκτασης της επιδημίας στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι έχουν μειώσει δραματική την βαρύτητα της νόσου, στους σχετικά λίγους εμβολιασμένους που θα τυγχάνει να μολύνονται.
Ωστόσο, είναι προφανές ότι η επιδημία από τις νεότερες ηλικίες, σταδιακά μεταπήδησε και επεκτάθηκε σε ανεμβολίαστα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, που αποτελούν την κύρια πηγή εισαγωγών στα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90%. Αν και οι ανεμβολίαστοι αποτελούν πλέον τη μειοψηφία του πληθυσμού στις μεγάλες ηλικίες, αυτό το λιγότερο από 30% των μεγαλύτερων και δυστυχώς ανεμβολίαστων συμπολιτών μας, αποτελεί την πηγή, περισσότερο από 90%, των ανθρώπων που καταλήγουν στο νοσοκομείο και της συντριπτικής πλειοψηφίας εκείνων που καταλήγουν.
Είναι απ’ ότι φαίνεται ξεκάθαρο, οι μη εμβολιασμένοι συμπολίτες μας είναι αυτοί που έχουν και την μεγαλύτερη πιθανότητα να νοσηλευθούν, να καταλήξουν σε διασωλήνωση να μείνουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στα νοσοκομεία, ή ακόμα και να χάσουν τη ίδια τους τη ζωή.
Αν δεν ληφθούν σύντομα εφαρμοσμένες πολιτικές και έξυπνα μέτρα πρόληψης, μετά από όλα αυτά που βιώσαμε με τον Covid πριν από λίγες ημέρες, το χειμώνα θα βιώσουμε τραγωδίες! Ο ιός SARS Cov2, μαζί με την εποχική γρίπη H1N1, τις πλημμύρες που θα έρθουν και την απόγνωση του κόσμου, δημιουργούν ένα εφιαλτικό σενάριο που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.
ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr