13/12/2019
Μόνη συζήτηση και ψήφιση επί της αρχής, των άρθρων, των τροπολογιών
και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας:
«Ρυθμίσεις θεμάτων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας»
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Όσο κι αν είναι θετικές κάποιες τροπολογίες ή αναγκαίες πάντα παραμένει –και οφείλουμε να το επισημάνουμε- ότι οι τροπολογίες που έρχονται σε άσχετα νομοσχέδια δεν αποτελούν σωστή νομοθέτηση, πολύ περισσότερο που μόλις προχθές εισήχθη το πολυνομοσχέδιο με όλες τις ρυθμίσεις και θα μπορούσαν όλα αυτά να είχαν συμπεριληφθεί εκεί.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το σημερινό σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας είναι σημαντικό νομοσχέδιο, παρόλο ότι τα άρθρα του είναι λίγα, οι ρυθμίσεις είναι συγκεκριμένες και επιμέρους, δεν συγκροτεί μία παρέμβαση συνολική και ενιαία.
Στην πραγματικότητα, για να προλάβω και τον κ. Λαζαρίδη και άλλους ομιλητές, έρχεται πια στην ωρίμανση να ρυθμίσει όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες επί των συγκεκριμένων θεμάτων που προώθησε η Κυβέρνηση μας και για τα F-16 και για τα Mirage και για τα ανταλλακτικά του Πολεμικού Ναυτικού και για τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα και για όλα τα υπόλοιπα.
Δεν διεκδικώ δάφνες, αλλά για να έχουμε πραγματική επίγνωση και στη ρητορική μας να το προσέχουμε αυτό, αν δεν υπάρχει σταθερή στρατηγική και συνέχεια σε ορισμένα πράγματα δεν μπορούν οι Ένοπλες Δυνάμεις να επιτελέσουν το ρόλο τους. Ισχύει για όλο το Δημόσιο αυτό σε πολλούς κρίσιμους τομείς, αλλά ειδικά εδώ ισχύει πολύ περισσότερο.
Εξοπλισμοί. Θα αναφερθώ σε κάτι που ο ίδιος ο κ. Παναγιωτόπουλος, Υπουργός Εθνικής Άμυνας, συμπεριέλαβε στην ομιλία του μόλις προχθές στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας. Είπε και αισθάνθηκε την ανάγκη να το πει και δικαίως: «Βέβαια οι Ένοπλες Δυνάμεις μας είναι ισχυρές. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό και παραμένουν εξοπλισμένες με πολύ καλά και προηγμένα οπλικά συστήματα σε όλους τους κλάδους. Θα ήθελα πραγματικά να μην υποκύπτουμε και ως κοινωνία, αλλά και ως σύστημα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης σε αυτήν την προπαγάνδα ότι είμαστε πάντα μειονεκτικοί ή ακόμα περισσότερο μειονεκτικοί. Είναι μεγάλο λάθος αυτό και είναι κάτι το οποίο ασφαλώς και δεν συμβαίνει από πλευράς των ηγετών μας.» .
Αυτή η επισήμανση του κυρίου Υπουργού με όλη τη συζήτηση ανοιχτή για το ποιες πρέπει να είναι οι στρατηγικές μας σε σχέση με την επάρκεια του εξοπλισμού ή με την συμπλήρωση του είναι καίριας σημασίας, την προσυπογράφουμε διότι είναι βάση για την όποια συζήτηση. Εάν αποστούμε και παρασυρθούμε σε ένα κλίμα που διαμορφώνεται ειδικά και τώρα, αλλά και στο παρελθόν, τότε πραγματικά θα μπούμε σε διαδικασίες που νομίζω ότι θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί για αυτές.
Και γι’ αυτό θα επισημάνω –το είπα και στην Επιτροπή- ότι όταν το 2013 και τον Οκτώβριο του 2014 ακόμα πιο προετοιμασμένοι, πριν αναλάβουμε κυβερνητικές ευθύνες, επισκεφτήκαμε με επικεφαλής τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλέξη Τσίπρα –που εν συνέχεια ο ελληνικός λαός του έδωσε εντολή να γίνει Πρωθυπουργός και στον ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει τη χώρα- το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας τότε και εκτός από την ολιγόωρη συνάντηση με τον τότε Υπουργό Άμυνας, τον κ. Αβραμόπουλο επί τρεις και πλέον ώρες ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και οι συνεργάτες του είχαμε πολύωρη συνάντηση με τη στρατιωτική ηγεσία.
Εμείς εκθέσαμε τους προβληματισμούς μας και ενημερωθήκαμε και ακούσαμε τους προβληματισμούς της τότε στρατιωτικής ηγεσίας και συμπέσαμε στο ότι λαμβάνοντας υπόψη το σαθρό πεδίο του παρελθόντος των εξοπλιστικών συμβάσεων και όλης αυτής της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, κυρίως όμως στη σύγχρονη εκείνη στιγμή των δημοσιονομικών περιορισμών μέσα στην κρίση και στη χρεοκοπία, επιλέξαμε -και αυτή ήταν η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ήταν και κοινός τόπος ως απεδείχθη και με τη στρατιωτική ηγεσία- ιεραρχημένα, στοχευμένα, έξυπνα, όπως και ο κύριος Υπουργός, ο κ. Παναγιωτόπουλος, είπε προχθές καταλήγοντας στην ομιλία του, να προτεραιοποίησουμε και να ιεραρχήσουμε στα υπάρχοντα οπλικά συστήματα τη συντήρησή τους, την αναβάθμιση τους, τα ανταλλακτικά, τα καύσιμα ως πρώτης προτεραιότητας σχεδιασμό –που κι αυτός θέλει τις προτεραιοποιήσεις του- και σε αυτό, συμπληρώνοντας, το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων με την πρόνοια για τις ανάγκες τους και την εκπαίδευση.
Αυτό ήταν το πλαίσιο και με αυτό αναλάβαμε Κυβέρνηση. Ήταν Αναπληρωτές Υπουργοί από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν Υπουργός Άμυνας ο Πάνος Καμμένος, που ήταν η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, αλλά αυτά τηρήθηκαν και σε αυτές τις ράγες περπατήσαμε.
Αυτό που έρχεται σήμερα, ωριμάζοντας σιγά-σιγά, είναι προϊόν αυτής της κατευθυντήριας στόχευσης και αυτής της πρακτικής, που η Κυβέρνησή μας ακολούθησε και αυτό καλούμαστε να το κάνουμε όλοι και να το συνεχίσουμε. Είναι ασφαλές πεδίο, είναι πεδίο που πραγματικά μπορεί να εξασφαλίσει την επάρκεια των Ενόπλων Δυνάμεων, της αμυντικής θωράκισης της χώρας και ταυτόχρονα να προστατεύσει τη χώρα, το δημόσιο συμφέρον, τις ίδιες τις Ένοπλες Δυνάμεις, από οποιεσδήποτε παρενέργειες και παρεμβάσεις, που πάντα είναι υπαρκτές, όχι μόνο λόγω διαφθοράς, αλλά κυρίως λόγω τεράστιων διεθνών συμφερόντων που παίζονται στους εξοπλισμούς και μεγάλων πιέσεων και κρατικών συμφερόντων και συμφερόντων εταιρειών. Το ξέρουμε το θέμα. Επομένως, δεν μπορούμε να είμαστε αφελείς απέναντι σε αυτό.
Γι’ αυτό η σύμβαση για την αναβάθμιση των αεροσκαφών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας έχει τελειώσει και είναι δρομολογημένη.
Το άρθρο 1, που δεν είναι «υλοποίηση του προγράμματος εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης των αεροσκαφών F-16», όπως λέει ο τίτλος του, είναι συμπληρωματική συμφωνία για την εκτέλεση ή για τη διευκόλυνση της εκτέλεσης της κύριας συμφωνίας αναβάθμισης των F16. Σωστό θα ήταν -πολύ σωστό- να αλλάξει αυτός ο τίτλος. Το ζητήσαμε και στην Επιτροπή.
Με αυτό, πραγματικά –και από την προηγούμενη κυβέρνηση και με την πρόταση του τότε Υπουργού του κ. Καμμένου- γεννήθηκαν πολλές επιφυλάξεις. Γιατί αυτό συνδέεται με τη φαύλη παράδοση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων και είναι ουρά αυτού κι ερχόταν με έναν τρόπο που χρειαζόταν πάρα πολλή προσοχή.
Εμείς και τότε, ως ΣΥΡΙΖΑ και ως Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, σταθήκαμε με πολλές απαιτήσεις. Η Νέα Δημοκρατία έθεσε θέμα σκανδάλων, αποχώρησε, δημιούργησε ορυμαγδό κι έρχεται τώρα να το εισηγηθεί. Εν πάση περιπτώσει, και τώρα, πραγματικά προς τιμήν και του Υπουργού και του Υφυπουργού και των άλλων παραγόντων, μεγάλο μέρος των αιτημάτων μας για να αποσαφηνιστούν όλα τα δεδομένα, προχώρησαν σε μεγάλο βαθμό.
Παρ’ όλα αυτά, επειδή πρόκειται για εκτέλεση προγραμμάτων που τα χρηματοδοτεί η κατασκευάστρια εταιρεία, η Lockheed Martin προς την ΕΑΒ και προς άλλες ιδιωτικές εταιρείες της αμυντικής βιομηχανίας, οφείλουμε όλοι -εμείς θα το κάνουμε- και η ΔΑΕ και το Υπουργείο και οι πάντες να παρακολουθήσουμε αυτήν την πορεία εκτέλεσης των υποπρογραμμάτων, με κάθε σχολαστική ακρίβεια.
Και είμαι βέβαιος, κύριε Υπουργέ, ότι θα αναλάβετε αυτή την ευθύνη κι επειδή τα χρόνια είναι μπροστά, και όποιοι εν συνεχεία βρεθούν σε αυτές τις υπεύθυνες θέσεις.
Με αυτά τα δεδομένα και με αυτή τη διαδικασία, επιλύοντας βήμα-βήμα και πιεστικά, φτάσαμε στο σημείο, ναι, να αποδεχτούμε, να εγκρίνουμε το άρθρο 1 και την Συμφωνία αυτή, παρά το γεγονός, όπως είπα, ότι είμαστε υποχρεωμένοι, όχι να είμαστε καχύποπτοι, αλλά να εξετάζουμε κάθε λεπτομέρεια συμφωνιών που δεν είναι η κύρια συμφωνία, είναι μία συμπληρωματική, που η εφαρμογή της έχει πάρα πολλά επίπεδα και εμπλέκονται πάρα πολλοί παράγοντες.
Έρχομαι στο άρθρο 2. Άλλης τάξης είναι η έγκριση των τριών σχεδίων Συμφωνιών-πλαίσιο για την εν συνεχεία υποστήριξη των αεροσκαφών Μιράζ 2000-5. Εκεί είχαμε άλλης τάξης ζήτημα. Η διακρατική συμφωνία με τη Γαλλία δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Οι εταιρείες από το 2012 αρνήθηκαν να συνεχίσουν. Μπήκαμε σε μια διαδικασία, που κανονικά θα έπρεπε να είναι κατοχυρωμένη από την αρχική Σύμβαση.
Εδώ, όπως και στο προηγούμενο, αλλά κυρίως εδώ, προκύπτει αυτή η ιστορική παθογένεια των εξοπλισμών και των συμβάσεων των εξοπλιστικών συμβάσεων. Δηλαδή, προμηθευόμαστε ένα οπλικό σύστημα, αλλά δεν προμηθευόμαστε μαζί και τα βλήματα, όπως τα Leopard, για παράδειγμα. Είναι η γνωστή ιστορία, που στήσαμε ένα σύγχρονο όπλο, ένα από τα πιο σύγχρονα άρματα μάχης και επί πολλά χρόνια –να μην πω υπερβολή, αλλά αστειευόμενος θα το πω- τα είχε ο Ελληνικός Στρατός ως playmobil, γιατί δεν είχαν βλήματα!
Κι όχι μόνο αυτό. Ξεκινάς μία συμφωνία τώρα, να προμηθευτείς αεροσκάφη, άρματα, πλοία, οτιδήποτε, χωρίς να προβλέπεται η συντήρηση, η αναβάθμιση, η εν συνεχεία υποστήριξη μέσα στην ίδια σύμβαση, με τους κανόνες και τους όρους που να δεσμεύει τον προμηθευτή ή το κράτος με το οποίο κάνουμε σύμβαση.
Όταν έρχεται η ώρα, λοιπόν, και το οπλικό σύστημα αυτό γερνάει, τότε η χώρα μας βρισκόταν, και βρίσκεται ακόμη σε ορισμένες περιπτώσεις και θα βρίσκεται για ένα διάστημα, στην εξαναγκαστική δέσμευση να ξεκινήσει από την αρχή διαπραγμάτευση, όπου η κατασκευάστρια εταιρεία ή το κράτος βρίσκεται σε θέση ισχύος. Μας εξαναγκάζει. Διότι τι θα κάνουμε; Θα τα πετάξουμε τα αεροπλάνα, τα πλοία, τα άρματα; Είμαστε υποχρεωμένοι και άρα βρισκόμαστε σε μειονεκτική θέση. Αυτά δεν έγιναν τυχαία. Καθόλου τυχαία δεν έγιναν.
Ουρά, λοιπόν, όλων αυτών των απίστευτων συμβάσεων και της εξοπλιστικής παραφροσύνης, σε ορισμένες περιπτώσεις, της ανεξέλεγκτης και μη ιεραρχημένης, πληρώναμε και θα πληρώνουμε για χρόνια. Τώρα, να πούμε «όχι»; Προφανώς, αποκλείεται.
Η λύση, λοιπόν, έστω και τώρα που φτάνουμε για την εν συνεχεία υποστήριξη των αεροσκαφών Mirage, είναι μία θετική εξέλιξη. Τη στηρίζουμε και πραγματικά σε αυτήν κινούμαστε.
Για τα Ελληνική Ναυπηγεία, επίσης τι να πει κανείς; Δεν είναι η μόνη σύμβαση εξοπλισμών ή η σύμβαση για τα υποβρύχια που είχε όλη αυτή την σαθρότητα και την έλλειψη προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά είναι η πιο κραυγαλέα, γιατί αυτή έφτασε στη δικαστική διερεύνηση, με όλα όσα ξέρουμε, και στη Βουλή και στην τακτική δικαιοσύνη και οι Υπουργοί τότε ή κάποιοι από τους Υπουργούς που την χειρίστηκαν είναι ήδη στη φυλακή κι έχουν καταδικαστεί, έστω κι αν δεν μπόρεσε να αναδειχθεί το ποινικό αδίκημα για την ίδια τη σύμβαση, αλλά εν συνεχεία για άλλες συμπληρωματικές συνέπειες.
Τα ανταλλακτικά που βρίσκονται στις αποθήκες είτε των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, στον έλεγχο της εταιρείας «Ναυπηγεία Σκαραμαγκά», είτε στο Κίελο, στον έλεγχο της «ThyssenKrupp», πράγματι πρέπει να αποδοθούν, επιτέλους, στο Πολεμικό Ναυτικό και αυτή η συμβιβαστική συμφωνία, με όρους νομίζω ρεαλιστικούς και ωφέλιμους, το κάνει.
Επομένως, και το άρθρο 3 το υποστηρίζουμε.
Για τα στρατιωτικά, για τους Εθελοντές Μακράς Θητείας και για του Επαγγελματίες Οπλίτες, για τις ρυθμίσεις πολιτικού προσωπικού της Εθνικής Άμυνας και για τα Ελληνική Αμυντικά Συστήματα, που είναι επί μέρους σημαντικές ρυθμίσεις, αλλά δεν είναι οι κεντρικές αυτού του νομοσχεδίου, θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ στη δευτερολογία μου, για να μην σας ζητήσω να κάνετε μια διάκριση ως προς τον χρόνο.
Ευχαριστώ.