Νέο ξεκάθαρο μήνυμα έστειλε στην Τουρκία ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος σε συνέντευξη που παραχώρησε στα Παραπολιτικά fm.
”Δεν μας φοβίζει η προκλητικότητα των Τούρκων” είπε χαρακτηριστικά ο Υπουργός ο οποίος αναφέρθηκε και σε μία σειρά άλλων θεμάτων όπως τα εξοπλιστικά και η προσφυγική κρίση.
Διαβάστε τη συνέντευξη:
Π. ΤΖΕΝΟΣ: Κύριε Υπουργέ, καλή σας ημέρα και καλή εβδομάδα.
Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Καλημέρα, καλή εβδομάδα και στους ακροατές.
Π. ΤΖΕΝΟΣ: Νομίζω ότι δεν είναι κάτι καινούργιο η τουρκική προκλητικότητα. Έχουμε συνηθίσει να ζούμε σε αυτή τη διαδικασία. Προφανώς, ωστόσο, η Τουρκία επιδιώκει, όπως πάντοτε, τη γνωστή πρακτική της, δηλαδή να δημιουργήσει τετελεσμένα και να στρώσει το έδαφος για διαπραγματεύσεις. Σας προβληματίζει, κατ’ αρχάς, το γεγονός της NAVTEX αυτής, η οποία ανακοινώθηκε από την Τουρκία; Θεωρείτε ότι θα κλιμακώσει τις κινήσεις αυτές το επόμενο διάστημα;
Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε, δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία NAVTEX που εκδίδεται. Είναι δεδομένο αυτό το παιχνίδι που παίζεται. Εκδίδουμε και εμείς, αντιστοίχως, τις δικές μας αντι-NAVTEX. Παρακολουθούμε τις κινήσεις όλων των τουρκικών πλοίων. Παρακολουθούμε τα πάντα. Προβληματιζόμαστε, αλλά σαφώς και δεν πανικοβαλλόμαστε, σαφώς και δεν φοβόμαστε, σαφώς και δεν ανησυχούμε, στο μέτρο που κάνουμε τη δουλειά μας, εδώ, στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Είναι μία ομαδική δουλειά, πιστέψτε με, να διατηρούμε τις Ένοπλες Δυνάμεις σε ετοιμότητα, να κρατάμε ψηλά το αξιόμαχό τους, να ενισχύουμε την αποτρεπτική τους ισχύ, με τα προβλήματα και τα δεδομένα. Δεν είναι ποτέ ανέφελος ο ουρανός, πάντα υπάρχουν προβλήματα, πάντα υπάρχουν ζητήματα στην εξέλιξη των εξοπλιστικών, πάντα υπάρχουν λιγότερα χρήματα από τις ανάγκες, αλλά εκεί έρχεται ο σωστός σχεδιασμός, η προτεραιοποίηση και η συνεχής δουλειά, μια δυναμική διαδικασία, που γίνεται τώρα με πιο εντατικούς ρυθμούς, ώστε οι Ένοπλες Δυνάμεις να είναι εκεί που πρέπει να είναι, για να παρέχουν αυτή την «ομπρέλα» ασφαλείας στους Έλληνες πολίτες.
Από εκεί και πέρα «τρέχουν» πολλά πράγματα. Ασφαλώς και μας προβληματίζει τόσο η τουρκική δραστηριότητα όσο και η αντίστοιχη ρητορική, αλλά τα βλέπουμε όλα με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα.
Π. ΤΖΕΝΟΣ: Είδα ότι την Παρασκευή βρεθήκατε στον Έβρο, στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, μαζί με τον Πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στην Αθήνα, τον κ. Τζέφρυ Πάιατ. Νομίζω ότι αυτές οι κινήσεις δείχνουν ότι οι Σύμμαχοί μας βρίσκονται στο πλευρό μας. Και τους χρειαζόμαστε αυτή την περίοδο. Έτσι δεν είναι;
Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Η Ελλάδα δεν αναζητεί συμμάχους, έχει συμμάχους, αλλά αυτή τη συμμαχική σχέση θα πρέπει να την ενδυναμώσει και να την εξελίξει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καταδικάσει τη συμπεριφορά της Τουρκίας και με «δυνατές», να το πω έτσι, κουβέντες, με δηλώσεις που έχει κάνει. Από την άλλη είναι και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Θεωρώ ότι αυτή η συγκυρία – και αυτό έχει να κάνει και με τη συμπεριφορά της Τουρκίας απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής – δίνει ένα εξαιρετικό «παράθυρο» ευκαιρίας, που η χώρα μας θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί. Πώς ακριβώς; Ενισχύοντας τη στρατηγική της σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, που, όπως και να το κάνουμε, είναι η μεγάλη υπερδύναμη, ιδίως σε στρατιωτικό επίπεδο, και φυσικά έχει τα δικά της συμφέροντα και ενδιαφέροντα για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Όντως, την Παρασκευή, βρεθήκαμε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης μαζί με τον Αμερικανό Πρέσβη, τον κ. Πάιατ – ο οποίος θα έλεγα ότι αναπτύσσει μία αξιοσημείωτη δραστηριότητα, προσπαθώντας να ενισχύσει τις βάσεις αυτής της στρατηγικής σχέσης – όπου ενημερωθήκαμε για τις διαδικασίες ανέλκυσης ενός πλοίου που ήταν βυθισμένο εδώ και χρόνια στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και δημιουργούσε πρόβλημα στην εύρυθμη λειτουργία του λιμανιού.
Αυτές οι εργασίες έγιναν και με σημαντική χρηματοδότηση από πλευράς Αμερικανών, μαζί με Έλληνες τεχνικούς, με ελληνικές εταιρείες, με Αμερικανούς τεχνικούς και αμερικανικές εταιρείες, σχεδίασαν και υλοποίησαν αυτή την ανέλκυση που απελευθερώνει τις δυνατότητες του λιμανιού Αλεξανδρούπολης και αυτό θα αναβαθμίσει τελικά και την ευρύτερη περιοχή.
Οι Αμερικανοί ενδιαφέρονται για το λιμάνι. Μπορεί να χρησιμοποιήσουν ένα κομμάτι του, όχι όλο, αλλά ένα κομμάτι του, για δικούς τους σκοπούς. Φυσικά και όλο αυτό υλοποιείται στο πλαίσιο μίας σχέσης η οποία έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Αλλά το να «δέσουμε», αυτή τη στιγμή, να ενισχύσουμε και να «απογειώσουμε» τη στρατηγική μας σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, μόνο οφέλη θα μπορούσε να προσπορίσει στη χώρα, ιδίως σε αυτή τη συγκεκριμένη γεωπολιτική συγκυρία. Και πάνω σε αυτό δουλεύουμε, πιο εντατικά απ’ ό,τι προηγουμένως, προκειμένου να πείσουμε τους Αμερικανούς ότι η Ελλάδα είναι ο αξιόπιστος και σταθερός εταίρος στην περιοχή, που εργάζεται για να ενισχύσει τη σταθερότητα και την ασφάλεια και όχι να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά. Αυτό το έχουν κατανοήσει και πάνω σε αυτό δουλεύουμε τώρα και χτίζουμε ακόμα παραπάνω. Και νομίζω ότι σύντομα θα φανούν τα αποτελέσματα.
Σε μερικές ημέρες, θα έρθει και ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Μάικ Πομπέο, πανίσχυρος παράγων αυτή τη στιγμή της εξωτερικής πολιτικής και όχι μόνο, προκειμένου να συμμετάσχει στο δεύτερο μέρος του στρατηγικού διαλόγου Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και Ελλάδας, που θα καταλήξει στην επικαιροποίηση της αμυντικής συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών. Θα είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος, μια πολύ ενδιαφέρουσα περίσταση και γι’ αυτό εργαζόμαστε αυτές τις ημέρες, πάντα, βέβαια, σε συνεργασία με την πλευρά των Αμερικανών.
Π. ΤΖΕΝΟΣ: Κύριε Υπουργέ είπατε προηγουμένως και εσείς, το είδαμε και από τις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης, το είδαμε και από τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός και αυτό δεν είναι κάτι το οποίο γεννήθηκε σήμερα, τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της κρίσης, τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, τα προγράμματα και τα χρήματα για τα εξοπλιστικά δυστυχώς κόπηκαν και κόπηκαν μάλιστα και βίαια. Υπάρχει δυνατότητα και σχεδιασμός να μπει στον προϋπολογισμό, να μπει στο budget, να το πούμε απλά, και το κομμάτι των εξοπλιστικών;
Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε, το κομμάτι των εξοπλιστικών δεν έχει εξαφανιστεί από την ατζέντα. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, με όλα τα προβλήματα, «τρέχουν», δηλαδή βρίσκονται σε εξέλιξη προς υλοποίηση, πάνω από 100 διαφορετικά προγράμματα που αναβαθμίζουν το αμυντικό υλικό των Ενόπλων Δυνάμεων, επιμέρους, και στους τρεις κλάδους, και στον Ελληνικό Στρατό και στο Πολεμικό Ναυτικό και στην Πολεμική Αεροπορία.
Σε αυτή την περίοδο, αυτό που πρέπει να γίνει, είναι να σχεδιάσουμε πολύ προσεκτικά ώστε να πάμε σε μία συνολική αναβάθμιση των συστημάτων. Εκεί, βέβαια, το χρηματοδοτικό είναι το μείζον πρόβλημα. Θεωρώ ότι θα δοθούν λύσεις, γιατί πρέπει να πάμε σε ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό ο οποίος, εφόσον εξελιχθεί και πετύχει, θα αναβαθμίσει, θα έλεγα, εξαιρετικά τη δυναμική των Ενόπλων Δυνάμεων για το επόμενο διάστημα και δεν μιλάω σε βάθος δύο, τριών ή τεσσάρων χρόνων, αλλά για την επόμενη εικοσαετία. Πρέπει να παρθούν αποφάσεις. Αυτό φυσικά γίνεται και σε συνεργασία με το Γραφείο του Πρωθυπουργού και το Υπουργείο Οικονομικών που έχει και όλη τη διαχείριση του οικονομικού κομματιού. Θα πρέπει να πάμε σε έξυπνες και μεθοδευμένες λύσεις.
Ο τελικός στόχος όλων είναι η αναβάθμιση του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων για να είναι η χώρα ασφαλής και να αισθάνονται οι πολίτες ασφαλείς, αυτό το λέμε σε κάθε τόνο. Επομένως, παρά τα όσα «τρέχουν», τα οποία είναι ασφαλώς χρήσιμα, μπορούμε να πάμε και σε ένα άλλο επίπεδο, όλα όμως αρχίζουν και τελειώνουν από την επίλυση του χρηματοδοτικού. Θεωρώ ότι όσο προχωράμε θα έχουμε περισσότερα να πούμε. Κάντε λίγο υπομονή, αυτοί οι δύο μήνες είναι κομβικής σημασίας.
Π. ΤΖΕΝΟΣ: Και μία τελευταία ερώτηση. Ένα από τα μεγαλύτερα θέματα τα οποία έχουν μπει στην ατζέντα και είναι ένα θέμα το οποίο θα πρέπει να διαχειριστεί και η νέα κυβέρνηση είναι το θέμα των μεταναστευτικών ροών. Αυτό, βεβαίως, δεν είναι ένα θέμα που αφορά το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αλλά προφανώς αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν κίνδυνοι ανάμεσα στις μεταναστευτικές ροές να έχουμε και άλλου είδους εισόδους. Είναι κάτι το οποίο σας προβληματίζει εσάς κ. Υπουργέ;
Ν. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σαφώς και προβληματίζει το Υπουργείο ως προς τη δημιουργία δυνητικών απειλών ασφαλείας για τη χώρα. Μιλάμε κυρίως για την εσωτερική ασφάλεια, οπότε δεν είναι αποκλειστικά δική μας δουλειά, αλλά εμείς οφείλουμε να προβληματιζόμαστε και να επεξεργαζόμαστε τρόπους αντιμετώπισης.
Αυτό απασχόλησε το ΚΥΣΕΑ πριν από δύο εβδομάδες, με τη συμμετοχή βέβαια και του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, του Υπουργείου Ναυτιλίας και του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα με γεωπολιτική διάσταση. Είναι δεδομένη η συμπεριφορά της Τουρκίας, η οποία για δικούς της λόγους, όχι μόνο για λόγους πίεσης προς την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και για δικούς της εσωτερικούς λόγους, θέλει να διαχειριστεί αυτό το πρόβλημα και κατά καιρούς έχουμε τις αυξήσεις των ροών των προσφύγων και των μεταναστών προς τη χώρα μας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αφόρητη πίεση.
Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας συμμετέχει στη διαχείριση του προβλήματος, διαχειριζόμενο την εγκατάσταση, τη σίτιση και την υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων στα διάφορα Κέντρα Υποδοχής και στις δομές φιλοξενίας. Την επιλογή και τη φύλαξη όλων αυτών την κάνει το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής προσπαθεί να συντονίσει όλο αυτό το δύσκολο εγχείρημα, αλλά με βάση τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα και τα βάρη που πέφτουν πάνω της, που πραγματικά δεν της αναλογούν, πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει συλλογικά και στη βάση της αλληλεγγύης το δικό της μερίδιο ευθύνης και κάποιες χώρες θα πρέπει να βάλουν «πλάτη», να μη σηκώνει όλο το βάρος η Ελλάδα.
Η προσπάθεια είναι σύνθετη, αλλά εδώ αυτό που μας απασχολεί εμάς είναι να μη δημιουργηθούν συνθήκες διασάλευσης Εθνικής Ασφάλειας στη χώρα. Και φυσικά έχουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοιχτά. Βρισκόμαστε σε συνεργασία με το Υπουργείο Ναυτιλίας και με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη προκειμένου οι τρόποι επιτήρησης όλων των εισόδων, κυρίως τα θαλάσσια σύνορά μας, να ενισχυθούν, κυρίως δια της εφαρμογής συστημάτων υψηλής τεχνολογίας. Αυτά είναι τα κομμάτια που «τρέχουν» αυτή τη στιγμή σε συνέργειες με όλα τα Υπουργεία. Δεν είναι δουλειά ενός μόνο, είναι δουλειά πολλών οι οποίοι πρέπει να συνεργαστούν πιο εντατικά από ποτέ, αυτή τη στιγμή, υπό την εποπτεία βέβαια του Γραφείου του Πρωθυπουργού και του ίδιου του Πρωθυπουργού. Το πρόβλημα είναι μεγάλο.
Θεωρώ ότι η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις και θα πρέπει οπωσδήποτε να γίνει μία διαφορετικού τύπου διαχείριση από αυτή που υπήρχε μέχρι τώρα, η οποία ήταν λίγο χαλαρή. Πρέπει να δούμε και τις απειλές ασφαλείας που θα μπορούσαν να προκύψουν και να προσαρμοστούμε σε αυτές.