13.3 C
Athens
Δευτέρα, 25 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣΟ Ανθλγος (ΦΠΖ) Βλάχος Θεοφάνης παρουσιάζει το ''Πολεμικόν Ημερολόγιον''

Ο Ανθλγος (ΦΠΖ) Βλάχος Θεοφάνης παρουσιάζει το ”Πολεμικόν Ημερολόγιον”

Παρουσίαση του βιβλίου Πολεμικόν Ημερολόγιον 1940-1941

Μία πρωτογενής ιστορική πηγή μεγάλης αξίας, αλλά ιδιαίτερη ως προς τον τρόπο προσέγγισης, αποτελούν τα ημερολόγια, αφού είναι γραπτές μαρτυρίες από κάποιον που έζησε τα γεγονότα και τα κατέγραφε τη στιγμή που τα βίωνε, αλλά και με τον τρόπο που τα βίωνε. Το βασικό γνώρισμα του ημερολογίου είναι η ξεκάθαρη υποκειμενικότητά του, γι’ αυτό και θεωρείται μαρτυρία περιορισμένης αξίας, ειδικά πάνω σε σοβαρά ιστορικά ζητήματα. Συνήθως, στα προσωπικά ημερολόγια διαφαίνεται ο αυθορμητισμός, τα προσωπικά συναισθήματα του συγγραφέα, καθώς και μία δόση υπερβολής σε γεγονότα που ο ίδιος νιώθει ότι είναι σημαντικά.

Ένα από τα διάφορα είδη προσωπικών ημερολογίων είναι το πολεμικό ημερολόγιο, το οποίο γράφεται, κατά κύριο λόγο, είτε από στρατιώτες είτε από κατώτερους αξιωματικούς. Τέτοιου είδους ημερολόγια άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα από τον πρώτο κιόλας πόλεμο στον οποίον έλαβε μέρος ο Ελληνικός Στρατός. Η μεγάλη όμως έκρηξη στις δημοσιεύσεις ημερολογίων πραγματοποιήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ιδιαίτερα όσον αφορά την περίοδο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.

Δεν πρέπει να συγχέουμε το ατομικό πολεμικό ημερολόγιο με το πολεμικό ημερολόγιο μονάδας, το οποίο τηρούταν με σχεδόν καθημερινές εγγραφές για τις δραστηριότητες των διαφόρων τμημάτων της, εστίαζε σε θέματα καθαρά στρατιωτικού ενδιαφέροντος (μάχες, κινήσεις των τμημάτων, διοικητική υπαγωγή, καιρικές συνθήκες κτλ) και αποτελούσε μέρος της επίσημης ιστορίας της συγκεκριμένης μονάδας. Αυτό, συνήθως συντασσόταν από καλλιγράφο γραφέα κατόπιν υπαγόρευσης του διοικητή της μονάδας και οι εγγραφές του δεν ήταν μακροσκελείς.

Εάν θέλουμε να κάνουμε μία καταγραφή των σημαντικών στιγμών ενός πολέμου, σίγουρα το προσωπικό πολεμικό ημερολόγιο ενός εφέδρου υπολείπεται σε σχέση με τα επίσημα στρατιωτικά έγγραφα. Όχι όμως γιατί δεν καταγράφει τα σημαντικά γεγονότα ή γιατί τα περιεχόμενά του δεν έχουν επίσημο κύρος, αλλά γιατί οι συγγραφείς τους, υπηρετώντας συνήθως στα κατώτερα κλιμάκια, έχουν περιορισμένη εποπτεία των πολιτικοστρατιωτικών εξελίξεων, αλλά και των διαφόρων γεγονότων που συμβαίνουν γύρω τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαφοροποιείται το «σημαντικό γεγονός» ανάλογα με τον ημερολογιογράφο και να περιγράφεται με διαφορετική ένταση και έκταση.


Τι είναι αυτό όμως που κάνει σημαντικό ένα προσωπικό πολεμικό ημερολόγιο;

Αρχικά, θα μπορούσαμε να πούμε η αυθεντικότητα του αυθορμητισμού του. Τα πάντα γράφονται εν θερμώ, συνήθως το διάστημα ανάμεσα στο γεγονός και στη συγγραφή του δεν απέχει πάνω από μία μέρα και, κατά συνέπεια, φανερώνεται η ένταση της στιγμής. Αυτό που πιστεύει ο συγγραφέας εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή, το καταγράφει: «πχ. το Τεπελένι έπεσε, θα μας σώσουν οι Βρετανοί, οι Γερμανοί δεν θα μας επιτεθούν κ.τ.λ.» και δεν έχει σημασία εάν στην πορεία αποδείχθηκε εσφαλμένο. Το σημαντικό είναι ότι τότε η συγκεκριμένη φήμη ήταν υπαρκτή.

Πολύ χρήσιμη στην κατανόηση της περιόδου είναι η εκδοχή του πολέμου, όπως τη βίωναν άμεσα οι ίδιοι μαχητές. Οι χαρακτηριστικές εικόνες της καθημερινότητας φωτίζονται μέσα από τα προσωπικά ημερολόγια: ο καθημερινός πόλεμος εναντίον των ψειρών, η αγανάκτηση γιατί αργεί το ταχυδρομείο, ποιους χορούς και τραγούδια προτιμούσαν, οι διατροφικές συνήθειες κ.τ.λ, ενώ την ίδια στιγμή αντλούμε πληροφορίες και για την αλληλεπίδραση του στρατού με τον ντόπιο πληθυσμό.

Γενικά, σε ένα προσωπικό πολεμικό ημερολόγιο μπορούμε να βρούμε καταγεγραμμένο τεράστιο όγκο πληροφοριών, πολλές φορές άσχετων με την εξέλιξη των επιχειρήσεων, αλλά απαραίτητων για τον σχηματισμό μίας πληρέστερης αντίληψης για την εποχή. Όμως, εκτός από την ανάγκη τεκμηρίωσης με επίσημα στοιχεία όταν αναγράφονται γεγονότα και πράξεις, χρειάζεται και η επαλήθευση μέσω άλλων ημερολογίων, όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε συνήθειες και νοοτροπίες των πολεμιστών. Συνεπώς, η χαμηλή αξία ενός μεμονωμένου ημερολογίου ως ιστορικού τεκμηρίου, πολλαπλασιάζεται όταν αυτό τεθεί ανάμεσα σε άλλα ημερολόγια της ίδιας περιόδου. Γι’ αυτό ακριβώς είναι αναγκαία η δημοσίευση όλων των ημερολογίων ή σημειώσεων που είχαν γραφτεί την περίοδο των επιχειρήσεων και βρίσκονται σε αρχειακές συλλογές ή τηρούνται από τους απογόνους των ημερολογιογράφων.

Η συγκεκριμένη έκδοση αφορά το προσωπικό πολεμικό ημερολόγιο του εφέδρου Ανθυπολοχαγού Νικολάου Κωστόπουλου, διμοιρίτη της διμοιρίας σκαπανέων του 36ου Συντάγματος Πεζικού. Ο Κωστόπουλος ήταν καθηγητής στα Εκπαιδευτήρια Βενιέρη στον Πειραιά και με την κήρυξη του πολέμου επιστρατεύτηκε ως έφεδρος αξιωματικός.

Παρουσιάστηκε στη Λαμία, διέσχισε τα χωριά της Πίνδου, την 1η Δεκεμβρίου εισήλθε στο βορειοηπειρωτικό έδαφος και παρέμεινε για τους επόμενους τρεις μήνες στην περιοχή της Πρεμετής. Μέσα από τις καθημερινές περιγραφές του διαφαίνεται η συνεχής ανησυχία για τους αδιάκοπους ιταλικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς, που ανάγκαζαν τόσο τους στρατιώτες όσο και των άμαχο πληθυσμό να αναζητούν καταφύγιο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Παράλληλα, βλέπουμε διάφορες στιγμές της καθημερινότητας, όπως η βραδινή φιλοξενία σε οικίες Ελλήνων και Αλβανών, οι τυχαίες συναντήσεις με πρόσωπα γνωστά του από την ειρηνική περίοδο, η παραλαβή της πρώτης μισθοδοσίας, της αλληλογραφίας και των δώρων από τη διευθύντρια του σχολείου του. Επίσης, έντονες ήταν και οι στιγμές θρησκευτικότητας: εκκλησιασμοί, προσευχές ακόμη και βαφτίσεις παιδιών αλβανικής καταγωγής από Έλληνες αξιωματικούς.

Αρχές Μαρτίου η διμοιρία σκαπανέων του Κωστόπουλου έλαβε την πρώτη της πολεμική αποστολή εντός του εχθρικού εδάφους: έπρεπε να ανέβει στο αφύλακτο ύψωμα 370, να το οχυρώσει και να κατασκευάσει αντιαρματική τάφρο στον δρόμο που υπήρχε κάτω από το ύψωμα. Με αυτό τον τρόπο θα διέκοπτε την επικοινωνία δύο τοποθεσιών, όπου βρίσκονταν ιταλικά τμήματα και την υποστήριζαν άρματα μάχης. Η δυσκολία και η τελική επιτυχία της αποστολής φαίνεται μέσα από τις λεπτομερείς καταγραφές του ημερολογίου.

Το τέλος του Ελληνοϊταλικού Πολέμου και η αποχώρηση από την Αλβανία περιγράφεται μέσα στο ημερολόγιο σε συνδυασμό τη θρησκευτικότητα των ημερών, αφού πλησίαζε η Μεγάλη Εβδομάδα, και η σύμπτυξη του Ελληνικού Στρατού παρομοιάζεται με την πορεία του Ιησού προς τη Σταύρωση. Μέσα στο ημερολόγιο διαγράφεται η αγωνία να μην συλληφθεί αιχμάλωτος, οι βομβαρδισμοί των γερμανικών αεροπλάνων στα υποχωρούντα ελληνικά τμήματα, οι αντιδράσεις των στρατιωτών για τη συνθηκολόγηση και η πορεία του συγγραφέα από τα Ιωάννινα μέχρι να φτάσει, στις 5 Μαΐου 1941, στο χωριό του, το Αλποχώρι Δωρίδας, όπου και τον περίμενε η οικογένειά του.