13.3 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣΣυμμετοχή ΥΕΘΑ Νικόλαου Παναγιωτόπουλου στο Συμβούλιο Υπουργών Άμυνας της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες

Συμμετοχή ΥΕΘΑ Νικόλαου Παναγιωτόπουλου στο Συμβούλιο Υπουργών Άμυνας της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες

O Υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος συμμετείχε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σύνθεση Υπουργών Άμυνας, όπου εξετάστηκε η πρόοδος που έχει σημειωθεί σε θέματα όπως ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (EDA), η (Permanent Structured Cooperation-PESCO) και τα 13 νέα προγράμματα 3ης Δέσμης PESCO, η τρέχουσα κατάσταση των Αποστολών και Επιχειρήσεων που διεξάγονται στο πλαίσιο Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας και η συνεργασία της Ε.Ε. με το ΝΑΤΟ.
Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών αναμένεται να συζητηθούν εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες στις 12 και 13 Δεκεμβρίου 2019.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου Εργασίας, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Σήμερα κάναμε ένα σημαντικό βήμα για τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης και ρεαλιστικής Κοινής Πολιτικής για την Άμυνα και την Ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για μια επίπονη αλλά αναγκαία διαδικασία, η οποία θα πρέπει να γίνει σε συγκεκριμένο πλαίσιο ευρωπαϊκό αρχών και αξιών.
Πρέπει να αναγνωριστούν κυρίως οι προκλήσεις ασφαλείας που προκύπτουν και μας αφορούν όλους, είτε με τη μορφή υβριδικής απειλής, είτε ως τρομοκρατία, είτε ως ζήτημα στρατιωτικής διαχείρισης. Γι’ αυτό συζητήσαμε σχετικά με την εξέλιξη της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO), τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, αλλά και τις σχέσεις ανάμεσα στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, οι οποίες περνούν σε ένα νέο πλαίσιο.
Πριν από την έναρξη της Υπουργικής Συνόδου συνεδρίασε το Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας. Η Ελλάδα επισήμανε τον κομβικό ρόλο του Οργανισμού στην ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και την τεχνογνωσία του στα θέματα Άμυνας.

Θεωρώ ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας αποτελεί το βασικό θεσμικό φορέα από τον οποίο θα περάσουν και θα εγκριθούν μια σειρά από επενδυτικές πρωτοβουλίες και δράσεις που αφορούν στην ανάταξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, αλλά και ερευνητικές συνέργειες τόσο με τον ιδιωτικό τομέα, όσο και με ακαδημαϊκά ιδρύματα. Θα μπορούσα να αναφέρω για παράδειγμα την προοπτική ανάπτυξης ελληνικού Μη Επανδρωμένου Οχήματος (UAV).
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας EDA, καθώς και η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία, η PESCO, απασχόλησαν τις εργασίες της πρώτης Συνόδου Εργασίας. Για την ελληνική πλευρά αποτελεί μείζον ζήτημα ο καθορισμός προϋποθέσεων για τη συμμετοχή τρίτων κρατών ή των εταιριών τους σε προγράμματα PESCO. Αυτή η θέση της Ελλάδας, αλλά και της Κύπρου, έρχεται να διασφαλίσει τον αποφασιστικό ρόλο του Συμβουλίου.
Επίσης, τονίσαμε ότι θα μπορούσαν να συμμετέχουν τρίτοι εφ’ όσον η συμμετοχή τους δεν αντιβαίνει στα συμφέροντα Ασφαλείας και Άμυνας της Ε.Ε. και των κρατών – μελών της. Περιμένουμε την τελική πρόταση, την οποία συμφωνήσαμε να συνδιαμορφώσουμε.
Στο δεύτερο μέρος της υπουργικής συνόδου εξετάσθηκαν θέματα επιχειρησιακού χαρακτήρα, όπως είναι η αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφαλείας και ιδιαίτερα η αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης και η διατήρηση της θαλάσσιας ασφάλειας. Υπογραμμίσαμε την αυξημένη σημασία που αποδίδει η χώρα μας στη συνδρομή των αποστολών της Ε.Ε. και την προσήλωσή μας στους υφιστάμενους κανόνες και τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου.
Όσον αφορά στην πιλοτική πρωτοβουλία «Συντονισμένης Θαλάσσιας Παρουσίας» της Ένωσης θεωρούμε ότι η ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου θα πρέπει να αποτελέσει μια από τις περιοχές ενδιαφέροντος για επέκταση της πρωτοβουλίας μετά την ολοκλήρωση της πιλοτικής φάσης της.
Οι εργασίες της σημερινής συνόδου ολοκληρώθηκαν με το κοινό Γεύμα Εργασίας Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ, στο οποίο συμμετείχε ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας της Συμμαχίας. Κατά την παρέμβασή μας τονίσαμε ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει τη σταθερά θετική και εποικοδομητική συνεργασία της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ.

Υπογραμμίσαμε επίσης τη θέση μας, ότι η οποιαδήποτε ανάπτυξη της συνεργασίας θα πρέπει να εδράζεται στις αρχές του «μη- αποκλεισμού», δηλαδή της συμμετοχής όλων των Κρατών – Μελών της Ε.Ε. στις επιμέρους δράσεις και πρωτοβουλίες, καθώς και της αυτονομίας του κάθε Οργανισμού στη λήψη αποφάσεων».